Του Χρήστου Καραγιαννίδη |
Άρης: «Είναι ανάγκη να χτυπηθούμε;»
Μαύρος: «Είναι πολλά τα λεφτά Άρη» (Απόσπασμα από την ταινία «Λόλα» του Ντίνου Δημόπουλου, του 1961) Κι όμως, η υπόθεση των δαπανών για την εθνική άμυνα μου φέρνει στο νου έναν άλλον χαρακτήρα που υποδύθηκε με επιτυχία ο Νίκος Κούρκουλος: τον ηρωικό λιπαντή και μοναδικό επιζώντα ναυαγίου Άγγελο Κρεούζη, ο οποίος συγκρούστηκε με τον πλοιοκτήτη της εταιρείας στην οποία εργαζόταν, για να αποδείξει ότι ήταν ο πραγματικός ηθικός αυτουργός του ναυαγίου που κόστισε τις ζωές των συναδέλφων του. Αν και η «Ορατότης μηδέν» του Ν. Φώσκολου παρωδήθηκε όσο λίγες ταινίες του ελληνικού εμπορικού κινηματογράφου, κυρίως εξαιτίας της γλαφυρής αναπαράστασης της απόγνωσης του πρωταγωνιστή για απόδοση δικαιοσύνης, θα πρέπει να αναγνωριστεί στο σενάριο η πρόθεση να θίξει τη διαπλοκή επιχειρηματικών συμφερόντων με την πολιτική εξουσία, η οποία συχνά έχει ανυπολόγιστο κοινωνικό κόστος. Η ιστορία της οικονομικής διαχείρισης της πολιτικής για την άμυνα στη χώρα μας θα μπορούσε να δώσει τροφή για την αναβίωση του σινεμά της κοινωνικής καταγγελίας, που άνθισε κατά τη δεκαετία του ’70. Βολές εκατομμυρίων, τορπίλες εκατομμυρίων, σουρωμένα υποβρύχια εκατομμυρίων, τεθωρακισμένα χωρίς βλήματα. Ομολογίες λαδωμάτων από πολιτικούς αξιωματούχους του υπουργείου Εθνικής Άμυνας. Σακβουαγιάζ με εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ που ξεχνιούνται σε γραφεία, μηχανορραφίες και πολλά ψέματα τα βασικά υλικά των ιστοριών που πρόκειται να αφηγηθούμε. Το προφανές πάντως είναι ότι «είναι πράγματι πολλά τα ευρώ Άρη», όπου τη θέση του ονόματος «Άρης» υπάρχουν πολλά ονόματα που μπορούν να την καταλάβουν. Έτσι κι αλλιώς, είναι τόσα πολλά τα πρόσωπα που εμπλέκονται που νομίζω ότι θα ακουστούν αρκετά ονόματα μέχρι το τέλος της υπόθεσης. Οι υποθέσεις αυτές, βέβαια, ποτέ δεν φτάνουν στο τέλος γιατί ο τερματισμός επιφυλάσσει συνήθως απόδοση ευθυνών και την πολιτική βούληση για να γίνει αυτή. Για το καλό μας Όμως πέρα από την προφανή διαφθορά και την κατασπατάληση δημόσιου χρήματος, περά από τις δημόσιες παραδοχές των εμπλεκόμενων ότι πολιτικά πρόσωπα και στρατιωτικοί χρηματίζονταν, θα πρέπει να δούμε τη βαθύτερη σχέση του μεγάλου κεφαλαίου με τα αστικά κόμματα που μέσω των εξοπλισμών χρηματοδοτούσαν πολιτικές και κόμματα εξουσίας. Τα δύο κόμματα, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, που για χρόνια εναλλάσσονταν στην εξουσία σε κάποιες περιπτώσεις δεν δίστασαν να διαχειριστούν το δημόσιο χρήμα ως κομματικό. Η σύνδεση κομματικών στελεχών με εταιρείες όπλων και η, χωρίς κανέναν κοινωνικό έλεγχο, διαχείριση εξοπλιστικών προγραμμάτων δημιούργησε περιούσιες, πολιτικές σχέσεις με απίθανους εμπόρους όπλων και εν τέλει παγίωσε ένα καθεστώς συναλλαγής στο απόλυτο σκοτάδι. Κι όλα αυτά τα υπερασπίζονταν δημόσια με επίκληση στο κοινό καλό και την αγάπη για την πατρίδα! Όλοι αυτοί οι «πονηροί» διαχειριστές της δημόσιας περιουσίας στράφηκαν στο μύθο της συνεχούς ιστορικής παρουσίας του ελληνικού πολιτισμού. Έχει αξιοσημείωτο ενδιαφέρον ότι όλα τα σχήματα ιδεολογικής νομιμοποίησης της πολιτικής απόφασης για υπέρογκες αμυντικές δαπάνες είχαν την προέλευση τους στην αντίληψη του Κωνσταντίνου Παπαρηγόπουλου αναφορικά με την ιστορική συνέχεια της Ελλάδας από την αρχαιότητα μέχρι τη σύγχρονη εποχή. Πρόκειται ακριβώς για την ίδια αντίληψη πάνω στην οποία ο δικτάτορας Μετάξας θεμελίωσε την άποψη του περί τριών σταδίων του ελληνικού πολιτισμού, μιμούμενος την θεωρία των τριών ράιχ. Με άλλα λόγια, οι εκπρόσωποι δημοκρατικά εκλεγμένων κυβερνήσεων χωρίς λογική τεκμηρίωση αλλά με μοναδικό «όπλο» τους μία παρωχημένη, αντιδραστική και αντιεπιστημονική θεωρία έπειθαν ή έστω εξασφάλιζαν την ανοχή της κοινωνίας απέναντι σε αυτές τις πολιτικές τους αποφάσεις. Βέβαια, είναι γνωστό ότι το παιχνίδι με τις κυρίαρχες ιδεοληψίες μέχρι και σήμερα καταφέρνει να δίνει πολύ ελκυστικές διεξόδους στην κυβερνητική προπαγάνδα. Η «μυστική» συγκάλυψη Έχοντας στην αρχή το «φόβητρο» της βόρειας αρκούδας κι έπειτα την «απειλή» εξ ανατολών σπατάλησαν εκατοντάδες δισ. σε άχρηστους εξοπλισμούς, επιδιδόμενοι σ’ ένα μπαράζ αγορών, όπου μετά από τέσσερις δεκαετίες έχει ως αποτέλεσμα οι εξοπλισμοί αυτοί να στοιβάζονται σκουριασμένοι σε αποθήκες. Μάλιστα, η απουσία διαφάνειας σχετικά με τις οικονομικές συναλλαγές και το ύψος δαπανών για την άμυνα αιτιολογούνταν με αναφορά στο απόρρητο των στρατιωτικών σχεδιασμών. Όμως, ούτε οι άλλες χώρες αγοράζουν από διαφορετικές πήγες τα όπλα τους, ούτε η πορεία αυτών των αγορών κρατήθηκε ποτέ στο απόλυτο σκοτάδι. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο λοιπόν, δεν χωρά αμφιβολία ότι η «μυστικοπάθεια» για τα θέματα απέβλεπε τελικά στην αποσιώπηση και στη συγκάλυψη ενός επικερδούς παρεμπορίου το οποίο διεξαγόταν κυριολεκτικά κάτω από τη μύτη θεσμικών εκπροσώπων. Κι όλα αυτά συνέβαιναν ενώ οι δημόσιες δαπάνες για την παιδεία και την υγεία προσέγγιζαν ολοένα και περισσότερα τα ευρωπαϊκά κατώτατα επίπεδα, ενώ το φοροεισπρακτικό σύστημα με αντικοινωνικά κριτήρια βάθαινε περαιτέρω τις υπάρχουσες ανισότητες αναδιανέμοντας το εθνικό εισόδημα προς όφελος των οικονομικά ισχυρών. Προφανώς σημαντικό ρόλο σε όλο αυτό το οικονομικό και στρατιωτικό αλισβερίσι παίζει και η συμμέτοχη της χώρας μας στο ΝΑΤΟ. Έχοντας παρακολουθήσει για ένα μικρό διάστημα ορισμένες δημόσιες διαδικασίες αυτού του μιλιταριστικού οργανισμού, διαπιστώνω πως η συμμετοχή μας, όπως και η συμμέτοχη των περισσότερων χωρών, αξιολογείται με κύριο κριτήριο την υλική συνεισφορά στην πολεμική βιομηχανία που αναπτύσσεται με ταχύτατους ρυθμούς. Οι διαρκείς εκκλήσεις των αξιωματούχων του ΝΑΤΟ για «υπεράσπιση» της ελευθερίας και της δημοκρατίας με τόνους βομβών και πλήθος αεροπλάνων είναι πλέον μια ανοιχτή πίεση προς τις συμμετέχουσες χώρες να στηρίξουν μια βιομηχανία που δεν προσφέρει τίποτα άλλο από θάνατο και φτώχεια στον πλανήτη. Το ζήτημα, λοιπόν, δεν είναι μόνο η εξόφθαλμη διαφθορά από κάποια πολιτικά ή στρατιωτικά στελέχη, αλλά το πολιτικό σύστημα που την εκτρέφει καθώς και οι ιδεολογικοί μηχανισμοί που οικοδομούν την ανάγκη τέτοιας σπατάλης πόρων. Πηγή: Εποχή |
Συνολικές προβολές σελίδας
Δευτέρα 13 Ιανουαρίου 2014
Υποβρύχια δημοκρατία
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου