Συνολικές προβολές σελίδας

Τρίτη 12 Νοεμβρίου 2013

Ο ΣΥΡΙΖΑ ΓΙΑ ΤΗ "ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ" ΚΑΙ ΤΙΣ ΔΙΑΘΕΣΙΜΟΤΗΤΕΣ-ΑΠΟΛΥΣΕΙΣ



ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ


επιμέλεια: Νίκος Δημητρακόπουλος
 
1)                       Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκονται τα μνημονιακά σχέδια του νεοφιλελευθερισμού για τη βίαιη διάλυση του δημόσιου και κοινωφελή χαρακτήρα των υπηρεσιών όσων παρείχε μέχρι τώρα στους πολίτες το κράτος. Οι δρομολογούμενες απολύσεις χιλιάδων δημοσίων υπαλλήλων, σε συνδυασμό με το κύμα συνταξιοδοτήσεων λόγω της διάχυτης αβεβαιότητας και ανασφάλειας, ο δραστικός περιορισμός των προσλήψεων, η παραπέρα συγχώνευση και κατάργηση δεκάδων οργανισμών του δημοσίου, η εκποίηση ακίνητης περιουσίας, οι συνεχόμενες περικοπές στις δημόσιες δαπάνες, η διεύρυνση των ιδιωτικοποιήσεων, η κατάργηση δεκάδων υποκαταστημάτων Εφοριών και ΙΚΑ σε όλη την Ελλάδα, η κατάργηση ή συγχώνευση νοσοκομείων, σχολείων και παιδικών σταθμών, η κατάργηση των δομών πρόνοιας, επιφέρουν την απονέκρωση της Δημόσιας Διοίκησης, η οποία αδυνατεί πλέον να επιτελέσει ακόμη και τις στοιχειώδεις λειτουργίες της, (και συνακόλουθα την πλήρη διάλυση του κράτους), σε μια  χρονική συγκυρία μάλιστα που, λόγω της βαθειάς οικονομικής κρίσης, είναι πιο αναγκαίο από ποτέ ένα ισχυρό, δημοκρατικά διαρθρωμένο και κοινωνικά αποτελεσματικό κράτος προκειμένου να καλύψει βασικές ανάγκες των χειμαζόμενων πολιτών.
Οι νεοφιλελεύθερες δυνάμεις θεωρούν ότι η σημερινή Ελληνική Δημόσια Διοίκηση αποτελεί τροχοπέδη για την προώθηση των «διαρθρωτικών» αλλαγών που επιχειρούνται στο πλαίσιο των μνημονίων. Έτσι τρόϊκα και συγκυβέρνηση επιχειρούν να επιβάλουν τις πολιτικές του μικρότερου κράτους, με τη δραματική συρρίκνωση δομών και προσωπικού, τις νέες καταργήσεις – συγχωνεύσεις φορέων του δημοσίου, την περαιτέρω ιδιωτικοποίηση των λειτουργιών του κλπ, δημιουργώντας όμως παράλληλα δομές που θα εξυπηρετούν τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης. Αυτό το άγριο και άκρως νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα το ονομάζουν αναγκαία διοικητική μεταρρύθμιση ή αναδιάρθρωση της δημόσιας διοίκησης.
Η επιχείρηση αυτή μεθοδεύεται μέσα από μια πρωτοφανή προπαγάνδα.

Η κυβέρνηση και η άρχουσα τάξη, συνεπικουρούμενες και από τα κυρίαρχα ΜΜΕ, επιχείρησαν να αποδώσουν τα αίτια της κρίσης στους εργαζόμενους και την ελληνική κοινωνία, προσπαθώντας να κάνουν αποδεκτά τα επώδυνα μέτρα, μέσα από ένα σκηνικό ενοχοποίησης και καλλιέργειας κλίματος συλλογικής ευθύνης («μαζί τα φάγαμε», «όλοι φταίμε»). Επιχείρησαν να αναδείξουν ως την κεντρική αιτία της κρίσης, το δήθεν τεράστιο και σπάταλο δημόσιο τομέα, καθώς επίσης και τις δήθεν «υπέρογκες» αμοιβές των εργαζόμενων στο δημόσιο. Προώθησαν στο έπακρο – και συνεχίζουν να προωθούν – τον κοινωνικό αυτοματισμό, προσπαθώντας να στρέψουν τη μια κατηγορία εργαζομένων απέναντι στην άλλη, τον ιδιωτικό υπάλληλο απέναντι στον εργαζόμενο στο δημόσιο («τεμπέληδες», «ρετιρέ») κλπ και να διασπάσουν κάθε έννοια αλληλεγγύης μεταξύ των εργαζομένων.
Είναι όμως έτσι ; Ποιος είναι τέλος πάντων ο μυστήριος αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων ; Είναι τόσο διογκωμένος ο δημόσιος τομέας και τι γίνεται με τις δημόσιες δαπάνες, που ισχυρίζονται ότι συνετέλεσαν στον εκτροχιασμό της οικονομίας και στη χρεοκοπία τη χώρας ; Ποια είναι τα αντίστοιχα μεγέθη στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες ;
Τα επίσημα στοιχεία σχετικά με τον αριθμό και τις αμοιβές των δημοσίων υπαλλήλων, είναι αποκαλυπτικά και καταρρίπτουν τους σχετικούς μύθους, σύμφωνα με τα οποία το μέγεθος και η μέση αμοιβή των απασχολούμενων στο δημόσιο τομέα στην Ελλάδα είναι χαμηλότερη σε σχέση με τα μέσα ευρωπαϊκά μεγέθη και κατά συνέπεια δεν είναι δυνατή η ανάδειξη της μέσης αμοιβής και της συνολικής μισθολογικής δαπάνης ως των βασικών προβλημάτων στη λειτουργία του δημοσίου τομέα. Εξίσου χαμηλό είναι για τη χώρα μας – συγκριτικά με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες – το ποσοστό των εργαζομένων στο Δημόσιο σε σχέση με το σύνολο του εργατικού δυναμικού, καθώς επίσης το ίδιο συμβαίνει και με το σύνολο των δημοσίων δαπανών ως ποσοστό του ΑΕΠ. Βέβαια αυτές τις βασικές διαπιστώσεις τα κυρίαρχα ΜΜΕ που διαμορφώνουν τις συνειδήσεις του κόσμου και η κυβερνητική προπαγάνδα, τις οποίες τις γνώριζαν από πριν, τις αποκρύπτουν επιμελώς.
Προς τι λοιπόν η συνεχιζόμενη καλλιέργεια, από επίσημα χείλη, κλίματος άγνοιας περί του αριθμού ή της διόγκωσης αυτού και συνακόλουθα των δημοσίων δαπανών, ακόμα και μετά την επίσημη ανακοίνωση των στοιχείων που προέκυψαν μετά τις κυβερνητικές καταγραφές ;
Η στρατηγική τους εστιάζεται στα εξής :
Ø Βρίσκουν τον εύκολο, τον αδύναμο κρίκο, τους δημοσίους υπαλλήλους και χτυπούν. Εκμεταλλεύονται τις γνωστές παθογένειες και νοσηρές καταστάσεις στη λειτουργία του δημοσίου, την αρνητική εικόνα που έχει σχηματιστεί στην κοινή γνώμη. Αποκρύπτουν όμως ότι αυτό το πελατειακό, αναποτελεσματικό, γραφειοκρατικό κράτος είναι αποτέλεσμα της διαχρονικής πολιτικής ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. Βομβαρδίζοντας την κοινή γνώμη με απαράδεκτους  και απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς για το έργο και την απόδοση των εργαζομένων στο δημόσιο, επιδιώκουν την κατασυκοφάντηση του ρόλου, της αποτελεσματικότητας και σε τελευταία ανάλυση της ίδιας της χρησιμότητας του δημόσιου τομέα (στενού και ευρύτερου).
Ø Προς τούτο διαμορφώνουν μια παραπλανητική τακτική δημιουργίας τεχνητού κλίματος άγνοιας. Όταν τα πραγματικά στοιχεία δεν τους βολεύουν η προβολή και διατήρηση ενός πλαισίου σύγχυσης και δήλωσης αδυναμίας εξακρίβωσης του ακριβούς αριθμού, των επί μέρους κατηγοριών των δημοσίων υπαλλήλων, οδηγεί στη συντήρηση του μύθου περί υπερπληθυσμού τους, ο οποίος πρέπει πάση θυσία να μειωθεί.
Ø Το ίδιο συμβαίνει και με τη χρόνια και συνεχώς εντεινόμενη προπαγάνδα περί υπερτροφικού – από πλευράς αρμοδιοτήτων και τομέων ενασχόλησης – και σπάταλου δημόσιου τομέα, ο οποίος διατυμπανίζουν ότι «πνίγει» την ιδιωτική πρωτοβουλία και δρα σε βάρος του ιδιωτικού τομέα και κατ’ επέκταση της κοινωνίας. Αποκρύπτουν βέβαια τις σπατάλες που κατά κόρον γίνονται με τις στρατιές των υψηλόμισθων συμβούλων, τις ανεξέλεγκτες επιχορηγήσεις διαφόρων φορέων, ΜΚΟ, ανεξάρτητων αρχών κλπ. Εξαπολύουν μύδρους του τύπου «να περιοριστεί με κάθε τρόπο το δημόσιο, για να ανασάνουν οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα», εννοώντας βέβαια τις μεγάλες επιχειρήσεις. Δεν μπορούν να εξηγήσουν βέβαια γιατί η επίθεση στο «κακό» δημόσιο δεν καταλήγει ποτέ στην υπεράσπιση του καλού δημοσίου, αλλά του «με κάθε τρόπο» ιδιωτικού.
Ø Κραυγάζουν με απύθμενο λαϊκισμό και πυροδοτούν επικίνδυνα τον κοινωνικό αυτοματισμό με επιχειρήματα του τύπου «δεν είναι άδικο να έχουμε ήδη ενάμιση εκατομμύριο ανέργους στον ιδιωτικό τομέα και να γίνεται τόσος θόρυβος για μερικές χιλιάδες που θα φύγουν νόμιμα από το δημόσιο ;» (από τη συνέντευξη του κ. Σαμαρά στην Κ.Ε. – 13/4/2013).
Ø Το έδαφος τώρα είναι ήδη πρόσφορο. Η δραστική συρρίκνωση των υπηρεσιών του δημοσίου και η συνακόλουθη απομάκρυνση χιλιάδων «υπεράριθμων» υπαλλήλων θα συνοδευτεί με την εκχώρηση των πιο σημαντικών και κερδοφόρων τομέων του δημοσίου στο αδηφάγο μεγάλο κεφάλαιο.
Εκεί βρίσκεται η «ταμπακέρα». Η όλη προπαγάνδα αποβλέπει στην εξυπηρέτηση συγκεκριμένων πολιτικών και οικονομικών συμφερόντων. Ο κεντρικός στόχος είναι η παραπλάνηση της κοινωνίας, η απόκρυψη και στη συνέχεια η «νομιμοποίηση» των σχεδίων για κατάργηση του δημόσιου, δωρεάν και κοινωφελή χαρακτήρα των υπηρεσιών που εξακολουθεί να παρέχει το κράτος.

2)                       Αρχικά οι απολύσεις προωθήθηκαν πίσω από τον φερετζέ της εργασιακής εφεδρείας και της προσυνταξιοδοτικής διαθεσιμότητας μονίμων μάλιστα δημοσίων υπαλλήλων, αίροντας έτσι τη συνταγματική – κατά τα άλλα – προστασία της μονιμότητας. Η αποτυχία όμως του μέτρου της εφεδρείας, ομολογημένη και από τους ίδιους τους κυβερνώντες, αλλά και ο κοινωνικός αντίκτυπος και το πολιτικό κόστος, τους ανάγκασε να αλλάξουν – εν μέρει – την τακτική τους. Στη συνέχεια (Νοέμβριος 2012) προώθησαν μαζικές «απομακρύνσεις» δημοσίων υπαλλήλων, με άλλες μορφές («διαθεσιμότητα» υπαλλήλων που υπηρετούν σε καταργούμενες οργανικές θέσεις, υπαλλήλων που ανήκουν σε διοικητικούς κλάδους δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης) και διάφορα τερτίπια, για επικοινωνιακούς λόγους και συσκότιση της κοινής γνώμης[1].
Στη συνέχεια προχώρησαν στη διαμόρφωση του κατάλληλου νομικού πλαισίου, ενός τερατουργήματος που καταπατά βάναυσα συνταγματικές ρυθμίσεις, που θα διευκολύνει την εξυπηρέτηση των στόχων τους, τη δρομολόγηση των απολύσεων.
Οι απολύσεις προωθούνται μέσω της διαδικασίας συγχώνευσης – κατάργησης φορέων του Δημοσίου, μέσα από την αναζητούμενη πηγή των επιόρκων και μέσω των περιβόητων «αξιολογήσεων», δομών και προσωπικού, εντός του πλαισίου «αξιολόγηση – καταγραφή «πλεονάζοντος» προσωπικού – συρρίκνωση οργανικών μονάδων – καταργήσεις οργανικών θέσεων – καταργήσεις Υπηρεσιών – απολύσεις», που βρίσκεται σε εξέλιξη, προσθέτοντας το περίβλημα του «κύρους» και της «αξιοκρατίας».

3)                       Η κυβέρνηση βέβαια προσπαθεί να αποπροσανατολίσει τον κόσμο αναμασώντας τα επιχειρήματα περί «υπερδιογκωμένου» δημόσιου τομέα, προβάλλοντας ότι οι παρεμβάσεις αυτές είναι καλά σχεδιασμένες και επιστημονικά τεκμηριωμένες, ότι αυτές εντάσσονται στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης της αμαρτωλής δημόσιας διοίκησης, ότι οι όποιες αποχωρήσεις είναι σημειακές και αξιοκρατικές, ότι η διαθεσιμότητα δεν οδηγεί σε απολύσεις αλλά σε μετακινήσεις και πιο ορθολογική κατανομή του προσωπικού, ότι η κατάρτιση νέων οργανογραμμάτων δεν συνδέεται με απολύσεις κλπ.
Η πραγματικότητα όμως είναι εντελώς διαφορετική.
α) Διαθεσιμότητα και απολύσεις
Ø  Η νέα δανειακή σύμβαση είναι σαφής και αποκαλυπτική των προθέσεων κυβέρνησης και τρόϊκας. Αποτυπώνεται η δέσμευση για μείωση των απασχολούμενων στο δημόσιο κατά 150.000 τουλάχιστον μέχρι το 2015[2], διατήρηση της υφιστάμενης αναλογίας 1 : 5, έως και πάγωμα των προσλήψεων, απολύσεις συμβασιούχων και βίαιη μείωση 25.000 «υπεράριθμων» δημοσίων υπαλλήλων για το 2013, σε συσχέτιση με το κλείσιμο, τη συγχώνευση ή τη συρρίκνωση φορέων και υπηρεσιών, τις καταργήσεις οργανικών θέσεων, κλάδων κλπ, μέσω των διαδικασιών αξιολόγησης και των νέων οργανογραμμάτων. Η επικαιροποίηση των μνημονιακών δεσμεύσεων και συμφωνιών με την τρόϊκα προβλέπουν 15.000 άμεσες απολύσεις (μέσα από καταργήσεις ΝΠΙΔ, πειθαρχικά κλπ), εκ των οποίων 4.000 για το 2013 και 11.000 για το 2014 και 25.000 διαθεσιμότητες υπαλλήλων μέχρι το τέλος του 2013 (εκ των οποίων 12.500 μέχρι τα τέλη Σεπτεμβρίου), από τους οποίους οι περισσότεροι θα απολυθούν σε 8 μήνες.
Ø  Ο αρμόδιος Επίτροπος της Κομισιόν Όλι Ρεν, σε απάντηση σε σχετική ερώτηση του Ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Νίκου Χουντή (Ιαν. 13), δήλωσε ότι ισχύει η δέσμευση της κυβέρνησης στο Πρόγραμμα Οικονομικής Προσαρμογής τον Μάρτιο του 2012 για συρρίκνωση του τομέα δημόσιας διοίκησης κατά 150.000 άτομα έως το τέλος του 2015, για διάθεση σε εργασιακή εφεδρεία 15.000 πλεοναζόντων εργαζόμενων, έως το τέλος του 2012[3], ανάλογα με τους φορείς ή τις μονάδες που επρόκειτο να καταργηθούν ή να συρρικνωθούν. Στην απάντηση αναφέρεται επίσης σαφώς ότι αποχωρήσεις θα προκύψουν και από την αξιολόγηση δομών. Πιο συγκεκριμένα αναφέρεται ότι «… η Επιτροπή, η ΕΚΤ και το ΔΝΤ έχουν εκφράσει την άποψη ότι η μείωση προσωπικού πρέπει να είναι στοχευμένη και όχι οριζόντια. Η μείωση αυτή θα βασίζεται στην τρέχουσα κατάρτιση των οργανογραμμάτων και θα διευκολυνθεί από την πρόσφατη νομοθεσία η οποία επιτρέπει τις υποχρεωτικές απολύσεις». Αυτό αποτυπώνεται και στο μνημόνιο 3, το οποίο αναφέρει ότι «η κυβέρνηση θα συνδυάσει την αξιολόγηση του θεσμικού περιβάλλοντος με την κινητικότητα, αποχωρήσεις, μείωση των προσωρινών συμβάσεων, πειθαρχικές διαδικασίες και υποχρεωτικές απολύσεις. Αυτό θα μπορέσει να βοηθήσει στη μείωση του εργατικού δυναμικού του δημοσίου τομέα κατά 150.000 έως το 2015, σχετικά με τα επίπεδα που επικρατούσαν κατά τα τέλη του 2010».
Ø  Με βάση τα παραπάνω καθίσταται σαφές ότι ο αριθμός των 150.000 υπαλλήλων που πρέπει να αποχωρήσουν μέχρι το τέλος του 2015 σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να καλυφθεί μόνο με τις συνταξιοδοτήσεις αυτών των ετών, ούτε συμπληρώνεται με τον αριθμό των 15.000 άμεσων απολύσεων, τις οποίες η κυβέρνηση βαφτίζει «υποχρεωτικές αποχωρήσεις», που έχουν εξαγγελθεί για το 2013 και 2014. Συνεπώς είναι ηλίου φαεινότερο ότι οι υπόλοιπες θέσεις θα προέλθουν από τη δεξαμενή των διαθεσίμων υπαλλήλων.
Ø  Ο Νόμος για τις διαθεσιμότητες (Ν.4093/2013 – υποπαραγρ. Ζ2) προβλέπει ότι οι υπάλληλοι που τίθενται σε διαθεσιμότητα μπορεί κατά τη διάρκεια που ισχύει να μετατάσσονται εκουσίως ή υποχρεωτικά, να τοποθετούνται σε άλλη υπηρεσία ή φορέα για την κάλυψη προσωρινών αναγκών ή να υπάγονται σε προγράμματα επανεκπαίδευσης. Όταν όμως οι περισσότερες κενές οργανικές θέσεις έχουν καταργηθεί με το Ν.4024/2011, όταν σε όλα τα Υπουργεία τα προωθούμενα οργανογράμματα προβλέπουν μείωση των δομών από 30% έως 60% – κατά συνέπεια μείωση και των οργανικών θέσεων – όταν σχεδιάζονται και υλοποιούνται συγχωνεύσεις και κλείσιμο σχολείων, νοσοκομείων, ΑΕΙ, εφοριών κλπ, είναι πρακτικά αδύνατο να απορροφηθεί η μεγάλη πλειοψηφία των υπαλλήλων που θα τεθούν σε διαθεσιμότητα. Μόνο ένας μικρός αριθμός των προς αναζήτηση θέσης εργασίας υπαλλήλων θα μπορέσει να απορροφηθεί. Αυτό δείχνει και η πραγματικότητα μέχρι σήμερα με περιπτώσεις διαθεσιμοτήτων προηγούμενων φάσεων[4]. Η σμίκρυνση της διάρκειας της διαθεσιμότητας από 1 έτος σε 8 μήνες έρχεται να συμπιέσει το παραπάνω ασφυκτικό πλαίσιο και συνηγορεί στην προαναφερθείσα εκτίμηση ότι το καθεστώς αυτό οδηγεί στην ουσία τους περισσότερους στην απόλυση.
Ø  Άλλωστε ο ίδιος ο πρωθυπουργός σε συνέντευξή του στα «ΝΕΑ» (3/8/2013) δηλώνει ότι από το 3,5% του συνολικού προσωπικού του δημοσίου που θα τεθεί σε διαθεσιμότητα, το 2% θα απομακρυνθεί τελικά, δηλ. σχεδόν το 60% των 25.000 (15.000) που θα τεθούν σε διαθεσιμότητα μέχρι το τέλος του 2013 θα απολυθεί σε 8 μήνες.
Ø  Το μνημόνιο 3 που έχουν ψηφίσει, μεταξύ άλλων, προβλέπει το εξής γι’ αυτό το θέμα : «Η κυβέρνηση θα τοποθετήσει 25.000 κυβερνητικούς υπαλλήλους στο σχέδιο κινητικότητας το 2013, εκ των οποίων τους μισούς έως τα μέσα του 2013. Το κυβερνητικό σχέδιο κινητικότητας[5], με βάση το οποίο το μετακινούμενο προσωπικό μπορεί να παραμείνει έως ένα χρόνο[6] με μειωμένο μισθό (υποκαθιστώντας τις αποζημιώσεις απολύσεων), ενώ βρίσκεται στην διαδικασία αναζήτησης νέας εργασίας και επανεκπαίδευσης, θα βοηθήσει την μετάβαση μεταξύ θέσεων εργασίας, προς τον ιδιωτικό τομέα εάν είναι αναγκαίο».

β) Διοικητική μεταρρύθμιση (αξιολογήσεις – νέα οργανογράμματα – προσωπικό)
Είναι ψευδής ο ισχυρισμός περί «αντικειμενικών» και «επιστημονικών» εκθέσεων αξιολόγησης και «σχεδίων στελέχωσης. Αυτό που υπήρξε ήταν μια αυθαίρετη, πρόχειρη και αντιεπιστημονική προώθηση των διαδικασιών αξιολόγησης όλων των οργανικών δομών του δημοσίου και του προσωπικού, η οποία σε καμία περίπτωση δεν συνιστά διοικητική μεταρρύθμιση, η επίκληση της οποίας γίνεται απλά για λόγους επικοινωνιακούς και για παραπλάνηση του κόσμου, προκειμένου να συγκαλυφθούν οι απολύσεις και η επιχείρηση εκχώρησης τομέων του δημοσίου σε μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα.
Πιο συγκεκριμένα :
Ø  Οι οδηγίες στις επιτροπές αξιολόγησης που είχαν συσταθεί για κάθε Υπουργείο με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης, ήταν επικεντρωμένες σχεδόν αποκλειστικά στην με κάθε τρόπο μείωση των δαπανών, στο δραστικό περιορισμό των δομών και του προσωπικού, ενώ απουσίαζαν η αναζήτηση ποιοτικών κριτηρίων και οποιαδήποτε συμμετοχική διαδικασία. Κατά συνέπεια δεν υπήρξαν οι  προϋποθέσεις αντικειμενικότητας και επιστημονικής προσέγγισης των διαδικασιών αξιολόγησης.
Ø  Υπάρχει πλήρης αδιαφάνεια γύρω από όλες τις διαδικασίες και την πορεία σύνταξης των εκθέσεων των επιτροπών αξιολόγησης μέχρι τις τελικές εγκρίσεις, οι οποίες διατηρούνται ως επτασφράγιστα μυστικά. Οι αρχικές εκθέσεις[7] θεωρούνται απλές εισηγήσεις προς το Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης, όπως και το ίδιο παραδέχεται, και από εκεί και πέρα παρατηρούνται δαιδαλώδεις διαδρομές, με άγνωστες παρεμβάσεις, συνεχείς τροποποιήσεις κλπ (με ποια κριτήρια και από ποιους;) μέχρι την τελική κατάληξη σε επίπεδο Κυβερνητικού Συμβουλίου Διοικητικής Μεταρρύθμισης. Το ίδιο συμβαίνει και με τα σχέδια στελέχωσης των Υπουργείων (αριθμός, κλάδοι, ειδικότητες, κατανομή του προσωπικού στις υπηρεσιακές μονάδες κλπ).
Ø  Είναι σαφές ότι η περιβόητη «αναδιοργάνωση δομών», πέραν των άλλων, στήθηκε «ανάποδα». Πρώτα έγινε η συμφωνία με την τρόϊκα για την κατακρεούργηση των δομών του δημοσίου και τη δραστική συρρίκνωση του προσωπικού της και μετά πλασάρεται το περιτύλιγμα της «αξιολόγησης».
Ø Υπάρχει το ερώτημα τι θα γίνει από εδώ και πέρα. Η προώθηση στο αμέσως προσεχές διάστημα των προεδρικών διαταγμάτων με τους οργανισμούς των Υπουργείων και των φορέων του δημοσίου, με τις δραστικά συρρικνωμένες δομές, οι οποίες λογικά θα συνοδεύονται από μειώσεις οργανικών θέσεων, δεν θα δημιουργήσουν νέους κύκλους διαθεσιμοτήτων, δεδομένου ότι αναγκαστικά θα «περισσεύουν» υπάλληλοι; Να σημειωθεί ότι οι υπουργικές αποφάσεις σύστασης των τριμελών ειδικών υπηρεσιακών συμβουλίων για την αποτίμηση των προσόντων, για την κατάρτιση των βαθμολογικών πινάκων των υπαλλήλων προς διαθεσιμότητα και τη μετάταξη / μεταφορά προς άλλους φορείς του δημοσίου, ορίζουν 4ετή θητεία, με  δυνατότητα παράτασης για 2 επιπλέον έτη, κάτι που δείχνει ότι οι διαδικασίες διαθεσιμότητας θα συνεχιστούν για πολύ καιρό (αλλιώς τι νόημα έχει η 6ετής θητεία;)[8].

4)                       Αξιοσημείωτη είναι η τακτική της κυβέρνησης γύρω από αυτά τα σοβαρά ζητήματα.
Κατ’ αρχήν το νομοθετικό πλαίσιο είναι εσκεμμένα δυσνόητο, με πολλές παραπομπές από νόμο σε νόμο, ώστε να υπάρχει συσκότιση γύρω από το βασικό θέμα που είναι οι απολύσεις.
Συγχέει σκοπίμως τη διαθεσιμότητα, που σε μεγάλο βαθμό οδηγεί σε  απολύσεις, με την κινητικότητα, δημιουργώντας ένα θολό τοπίο. Άλλο πράγμα όμως είναι η μετάταξη / μεταφορά των υπαλλήλων, σύμφωνα με τις πάγιες διατάξεις του Υπαλλήλικού Κώδικα, από φορέα σε φορέα (δεν χάνουν τη θέση τους) και άλλο η διαθεσιμότητα και η εν συνεχεία ενδεχόμενη τακτοποίηση, κάτι βέβαια που θα ισχύσει για λίγους, όπως έχει προαναφερθεί. Να σημειωθεί ότι αν και προβλέπεται από το νόμο η μετάταξη / μεταφορά υπαλλήλου για κάλυψη αναγκών χωρίς να τεθεί σε διαθεσιμότητα, τελικά στην πράξη, βάσει πολιτικής επιλογής, δεν υπάρχει κινητικότητα (μετάταξη ή μεταφορά) χωρίς προηγουμένως οι υπάλληλοι να τεθούν σε διαθεσιμότητα. Οι τιθέμενοι σε διαθεσιμότητα έχουν μια ελπίδα μετάταξης / μεταφοράς (υποχρεωτικής όμως, όπως προβλέπουν οι διατάξεις που θέσπισαν, η οποία αν δεν γίνει αποδεκτή από τον υπάλληλο τότε λύεται αυτόματα η εργασιακή του σχέση), σε νέες θέσεις, εάν υπάρξουν υπηρεσιακές ανάγκες. Είναι ευνόητο βέβαια ότι θα αναπτυχθούν έντονες πελατειακές πρακτικές (ήδη αναπτύσσονται) και θα ενταθούν, προς τακτοποίηση ημετέρων και το ρουσφέτι θα χρησιμοποιηθεί κατά κόρον στην πιο δραματική του μορφή, για την εξασφάλιση μιας θέσης, στην άγρια μνημονιακή πραγματικότητα που κρίνονται ανθρώπινες ζωές. Παράλληλα μέσα από αυτό το κλίμα εφησυχασμού και ελπίδας που καλλιεργεί η κυβέρνηση στοχεύει να κάμψει τις αντιδράσεις και να αποφύγει την κοινωνική έκρηξη.
Ταυτόχρονα η κυβέρνηση έχει φροντίσει να αποπροσανατολίζει τον κόσμο, θεσμοθετώντας μια ψευδεπίγραφη διαδικασία μοριοδότησης, αφού έχει εκ των προτέρων προσδιορίσει τις κατηγορίες των προς διαθεσιμότητα υπαλλήλων με πολλές παρασκηνιακές μεθοδεύσεις και πρακτικές. Χαρακτηριστικό στοιχείο της λαϊκίστικης τακτικής της είναι η υπέρμετρη μοριοδότηση του τρόπου και χρόνου πρόσληψης, με επιχείρημα το βαθμό «αξιοκρατίας» εισόδου στο δημόσιο, αποσιωπώντας πρακτικές ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. φωτογραφικών προσλήψεων υπό την αιγίδα του ΑΣΕΠ, καταπατώντας επίσης τις θεσμοθετημένες διαδικασίες εναρμόνισης της ελληνικής νομοθεσίας με την κοινοτική και τη μετατροπή συμβάσεων (πολυετών) ορισμένου χρόνου σε αορίστου (Π.Δ.164).
Η εξαγγελία για ισόποσες προσλήψεις, σε σχέση με τις απολύσεις, από τη μια πλευρά αποκαλύπτει τους μύθους περί «υπερτροφικού» δημοσίου και συνιστά δημόσια παραδοχή των κρίσιμων λειτουργικών κενών που θα προκύψουν, από την άλλη όμως φανερώνει μικροκομματικές πελατειακές προθέσεις και μεθοδευμένη καλλιέργεια κλίματος ελπίδας, που στην πράξη για ελάχιστους ενδέχεται να πραγματοποιηθεί, μέσα σε ένα πλαίσιο μάλιστα ακραίου και επικίνδυνου κοινωνικού αυτοματισμού. Η επίκληση της νομιμότητας για όλες αυτές τις εφιαλτικές μεθοδεύσεις, απλά προβάλλεται για εσωτερική κατανάλωση και συσκότιση της κοινής γνώμης, αλλά δεν μπορεί πλέον να πείσει κανέναν.
Στο επικοινωνιακό επίσης πεδίο η κυβέρνηση επιχειρεί να εμπλέξει και το ΑΣΕΠ και ειδικότερα στην προώθηση των διαδικασιών εργασιακής εφεδρείας, διαθεσιμότητας, κινητικότητας υπαλλήλων του δημοσίου, αξιολόγησης δομών και προσωπικού κλπ. Δηλ. η κυβέρνηση θέλει να «χρησιμοποιήσει» το ΑΣΕΠ, το οποίο από την ίδρυση και τον κανονισμό του έχει άλλο ρόλο, ένα θεσμό που δείχνει να εμπιστεύεται η κοινωνία, ως «πλυντήριο» για την προώθηση όλου αυτού του επιχειρησιακού σχεδίου, που στοχεύει στη βίαιη απομάκρυνση (απόλυση στην ουσία) χιλιάδων εργαζόμενων στο δημόσιο, στο πλαίσιο των μνημονιακών δεσμεύσεων, στην κατάργηση του όποιου εναπομείναντος κοινωνικού κράτους και στην ουσιαστική διάλυση του δημοσίου, προσπαθώντας να πείσει την κοινωνία ότι ακολουθούνται αξιοκρατικές διαδικασίες. 

5)                       Σε εξέλιξη βρίσκεται επίσης νέο πρόγραμμα συγχώνευσης – κατάργησης φορέων του Δημοσίου, που εκτός των άλλων θα οδηγήσει σε διαθεσιμότητα σημαντικό αριθμό υπαλλήλων. Είναι σαφές ότι, όπως και στις προηγούμενες φάσεις συγχωνεύσεων – καταργήσεων φορέων, δεν πρόκειται για κάποια προσπάθεια εξορθολογισμού της λειτουργίας τους. Από τα μέχρι στιγμής στοιχεία προκύπτουν αναιτιολόγητες και συχνά παράδοξες συγχωνεύσεις φορέων που είτε εμφανέστατα θα προκαλέσουν δυσλειτουργίες και δομικές αλλαγές που τροποποιούν ριζικά τη μορφή και το σκοπό σύστασής τους, είτε προδιαγράφουν ιδιωτικοποιήσεις δεδομένου ότι η μεθόδευση συγχώνευσης ενός φορέα του δημοσίου με ένα άλλο ιδιωτικού δικαίου δεν είναι δυνατόν να οδηγήσει σε ένα οργανικό σχήμα του δημοσίου. Ένα άλλο επίσης χαρακτηριστικό είναι η μεθόδευση υπαγωγής φορέων στην τοπική αυτοδιοίκηση, η οποία προφανώς αδυνατεί, χωρίς την αντίστοιχη μεταφορά πόρων από την κεντρική διοίκηση, να καλύψει τη λειτουργία των φορέων αυτών, οπότε οδηγείται είτε να προσφύγει σε επιβολή πρόσθετων φόρων στους δημότες, είτε να τους οδηγήσει σε ιδιωτικοποίηση. Με τον τρόπο αυτό βέβαια η κυβέρνηση επιχειρεί να μετακυλίσει στην τοπική αυτοδιοίκηση το πολιτικό κόστος.

6)                       Όλες αυτές οι πρόχειρες, αυθαίρετες, πέρα από κάθε επιστημονική δεοντολογία και γνώση του αντικειμένου, βίαιες συρρικνώσεις των δομών των Υπουργείων, που θα μειώσει βέβαια και το προσωπικό, θα έχει αρνητικές επιπτώσεις στο προδιαγραφόμενο υπηρεσιακό έργο. Η οργανική υποβάθμιση, με αυτές τις δραστικές συρρικνωμένες δομές και την απίσχνανση του ανθρώπινου δυναμικού, σε τομείς νευραλγικής σημασίας για τον κοινωνικό, ελεγκτικό και παραγωγικό χαρακτήρα του δημοσίου, είναι βέβαιο ότι θα προκαλέσει δυσλειτουργίες, περαιτέρω υποβάθμιση και ουσιαστική διάλυση των δημοσίων υπηρεσιών, σε τελευταία δε ανάλυση την αιτιολογική βάση για ιδιωτικοποίηση των λειτουργιών τους, αυτών βεβαίως για τις οποίες ενδιαφέρεται ο ιδιωτικός τομέας, κατά την ομολογία του κ. Μανιτάκη.
Η δραστική συρρίκνωση των υπηρεσιών του δημοσίου, οι διαθεσιμότητες και οι απολύσεις προσωπικού δεν αφορούν μόνο τους ίδιους τους υπαλλήλους και τις οικογένειες τους που δεν θα μπορούν να επιβιώσουν. Θα οδηγήσουν στην αύξηση του συνολικού ποσοστού της ανεργίας που στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή ανέρχεται στο 27,6% σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ και προβλέπεται να ξεπεράσει στο 30%. Αφορούν το σύνολο της  ελληνικής κοινωνίας η οποία θα στερηθεί βασικά κοινωνικά αγαθά. Οι επιπτώσεις στο κοινωνικό σύνολο θα είναι δραματικές. Ενδεικτικά αναφέρονται τα εξής :
Ø  Η μείωση του προσωπικού στα Πανεπιστήμια και στα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα (κατά 50% το τελευταίο διάστημα, από 14.000 σε 7.000, και επιπλέον διαθεσιμότητες 1.400 από τα 7.000 άτομα που υπηρετούν σήμερα, παρά τις υπαρκτές ανάγκες επιπλέον προσωπικού που έχουν επισημανθεί από τις πρυτανικές αρχές) οδηγεί στην πλήρη αδυναμία λειτουργίας τους, γεγονός που φαίνεται και από την απόφαση των Πρυτάνεων να αναστείλουν την λειτουργία στα 8 μεγάλα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας. Η μείωση του προσωπικού, η οποία σε συνδυασμό με την α) μείωση της χρηματοδότησης κατά 50% μέσα σε 3 χρόνια και επιπλέον 15% για το 2014, β) το παράνομο κούρεμα περιουσίας των ΑΕΙ (PSI), γ) τη συγχώνευση τμημάτων και σχολών, θα έχει ως αποτέλεσμα την πλήρη διάλυση των ανώτερων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, γεγονός που θα οδηγήσει στην πλήρη ιδιωτικοποίηση της ανώτατης παιδείας και κατά συνέπεια στην αδυναμία πρόσβασης σε αυτήν της μεγάλης πλειοψηφίας του πληθυσμού, των νέων που προέρχονται από τα ασθενέστερα λαϊκά στρώματα.
Παράλληλα προωθούνται τα μνημονιακά σχέδια για την ουσιαστική διάλυση του Δημόσιου Σχολείου. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι η κατάργηση τομέων και κλάδων, καθώς και οι διαθεσιμότητες πλέον των 2.000 εκπαιδευτικών της τεχνικής – επαγγελματικής εκπαίδευσης (ΤΕΕ), γεγονός που οδηγεί στη διάλυση της δημόσιας ΤΕΕ, με απώτερο στόχο την ενίσχυση των ιδιωτικών επιχειρήσεων της εκπαίδευσης.
Ø  Στο χώρο της υγείας η κατάσταση που διαμορφώνεται με τις μνημονιακές πολιτικές είναι δραματική. Έχουν ήδη κλείσει 8 Νοσοκομεία και στο δεύτερο κύκλο θα κλείσουν περί τα 40 Νοσοκομεία στην περιφέρεια. Εξάλλου αυτό αποτυπώνεται και στο μνημόνιο στο οποίο αναφέρεται ότι από τα 132 Νοσοκομεία θα μείνουν 80 και τα υπόλοιπα θα κλείσουν. Ο σχεδιασμός, που αποτυπώνεται και στο μνημόνιο, έχει ως στόχο τη συστηματική μείωση των δαπανών για την υγεία. Την τριετία είχαμε μια μείωση 1,1 δις. και για το 2014 σχεδιάζεται μείωση 300 εκατ. €, η οποία μεταφέρεται στις πλάτες των πολιτών, είτε άμεσα είτε μέσω των ασφαλιστικών ταμείων σε μια εποχή μάλιστα που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα βιωσιμότητας. Τα Κλειστά Ενοποιημένα Νοσήλια (ΚΕΝ) που ήδη εφαρμόζονται έχουν οδηγήσει σε κατακόρυφη αύξηση του κόστους νοσηλείας που θα έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση των εισφορών ή την παραπέρα μείωση των παροχών. Το χαράτσι των 25 € εισόδου στα Νοσοκομεία καθιστά ακόμα πιο δυσχερή την προσβασιμότητα των πολιτών στα νοσοκομεία, ενώ με το επικοινωνιακό τρικ του μέτρου του «καταναλωτικού πακέτου» με τις μέχρι 3 επισκέψεις έως τα τέλη του χρόνου η κυβέρνηση προκαλεί την κοινωνία. Η διάλυση και το κλείσιμο των Μονάδων Υγείας του ΕΟΠΥΥ (Πολυϊατρεία πρώην ΙΚΑ) και η μετάβασή τους στο ήδη καταρρακωμένο ΕΣΥ θα διαλύσει το μεγαλύτερο οργανωμένο δίκτυο Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας της χώρας και οδηγεί σε τελική εκχώρηση των Υπηρεσιών Υγείας σε ιδιώτες και αντίστοιχη επιβάρυνση των πολιτών (για εξετάσεις, ιατρική περίθαλψη, εμβόλια κλπ), δεδομένου ότι τα Νοσοκομεία δεν αντέχουν τον όγκο των ασφαλισμένων. Συμπερασματικά η πλήρης αποσάθρωση του δημόσιου συστήματος υγείας οδηγεί στην εμπορευματοποίηση του κοινωνικού αγαθού της υγείας και στην εξυπηρέτηση μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων.  
Ø  Η κατάσταση στα ασφαλιστικά ταμεία είναι τραγική, όταν μάλιστα η κυβέρνηση είχε δεσμευτεί ότι δεν θα προέβαινε σε μειώσεις προσωπικού. Χαρακτηριστικά σημειώνεται ότι στο ΙΚΑ οι αποχωρήσεις έφτασαν τις 3.759 μεταξύ της τριετίας 2010 – 2013, αφού οι 9.229 υπηρετούντες υπάλληλοι το 2010, μειώθηκαν στους 5.930. Αυτή η υποστελέχωση των ασφαλιστικών ταμείων, η οποία εντάσσεται στο συνολικό σχέδιο για συρρίκνωση συντάξεων και παροχών, έχει οδηγήσει στην εκτόξευση του χρόνου απονομής σύνταξης, η οποία σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να φτάνει τα τρία έτη, καθιστώντας δυσχερή την επιβίωση των υποψηφίων συνταξιούχων.  
Ø  Η αποδιάρθρωση των δομών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων και η μείωση του προσωπικού της με τις διαθεσιμότητες κλπ θα έχει τεράστιες επιπτώσεις σε μια σειρά ζωτικούς τομείς, όπως στη δυνατότητα αποπεράτωσης των δημοσίων έργων (ΕΣΠΑ, συγχρηματοδοτούμενα, εθνικό πρόγραμμα) που ανέρχονται σήμερα στο ποσό των 11,98 δις. €, στο πλαίσιο της αντιμετώπισης φυσικών καταστροφών αφού αποδιαρθρώνεται το δίκτυο υπηρεσιών αποκατάστασης σεισμοπλήκτων με στόχο τη μεταφορά της υποχρέωσης από το κράτος του κοινωνικού αγαθού της αποκατάστασης των ζημιών από τους σεισμούς κλπ φυσικές καταστροφές σε ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες («σεισμόσημο»), στον τομέα της συντήρησης αφού μεθοδεύεται η κατάργηση των αντίστοιχων υπηρεσιών. Με το πρόσχημα της κινητικότητας επιδιώκεται η πλήρης αποδυνάμωση της Γ.Γ.Δ.Ε. με στόχο να ανοίξει εντελώς ο δρόμος για την ιδιωτικοποίηση των δημοσίων έργων και του ελέγχου αυτών.
Ø  Στους 19.000 αρχαιολογικούς χώρους και στα 210 μουσεία της χώρας εργάζονται 6.900 υπάλληλοι αρχαιολόγοι, συντηρητές, μηχανικοί, διοικητικοί, αρχαιοφύλακες, μαρμαροτεχνίτες, τεχνίτες ανασκαφών κ.α. Τίθενται σε διαθεσιμότητα σε πρώτη φάση 200 υπάλληλοι ενώ οι ανάγκες του Υπουργείου Πολιτισμού είναι τεράστιες. Σε μια χώρα όπου η πολιτιστική κληρονομιά αποτελεί το μεγαλύτερο πλεονέκτημά της, όχι μόνο δεν εξασφαλίζονται τα απαραίτητα κονδύλια και το αναγκαίο προσωπικό για την προστασία και ανάδειξη των μνημείων, καθώς και για τη λειτουργία των μουσείων και των αρχαιολογικών χώρων, αλλά το έργο αυτό συνεχώς υποβαθμίζεται και συρρικνώνεται, με συνέπεια να οδηγείται σε μορφές βίαιης ιδιωτικοποίησης.

7)                       Η κυβέρνηση προωθεί σχέδιο αλλαγής του θεσμικού πλαισίου επιλογής προϊσταμένων, με νομοσχέδιο που προβλέπεται να κατατεθεί σύντομα, αντικαθιστώντας αυτό που είχε ψηφιστεί το 2011 και προέβλεπε κρίσεις με σχετικά μετρήσιμα κριτήρια. Τα προβλεπόμενα από το νόμο Ραγκούση για γραπτές εξετάσεις μάλλον εγκαταλείπονται. Με αυτό τον τρόπο η κυβέρνηση σχεδιάζει έφοδο στις θέσεις ευθύνης, προσπαθώντας να ελέγξει πλήρως την διοικητική ιεραρχία και να επιβάλλει πλήρη συμμόρφωση προς τα μνημονιακά σχέδια στο χώρο του δημοσίου, συνεχίζοντας και διευρύνοντας τον άκρατο κομματισμό. Οι εξαγγελίες για επιλογή προϊσταμένων δήθεν με αξιοκρατικά και αντικειμενικά κριτήρια, αλλά στην ουσία με βάση τη συνέντευξη, είναι δίχως άλλο προκλητικές και αποκαλυπτικές του τρόπου με τον οποίο δομείται η περιβόητη «διοικητική μεταρρύθμιση». Νωπές εξάλλου είναι οι διαδικασίες «μοιράσματος», μεταξύ των εταίρων της τέως τρικομματικής κυβέρνησης, των θέσεων προϊσταμένων των Δ.Ο.Υ.

8)                       Πρέπει να καταστεί σαφές ότι το μικρότερο κράτος και οι λεγόμενες διαρθρωτικές αλλαγές που προωθούν, μέσα από μεγαλεπήβολες εξαγγελίες για «διοικητική μεταρρύθμιση», με τις αξιολογήσεις δομών και προσωπικού της δημόσιας διοίκησης, τη συρρίκνωση των υπηρεσιακών δομών των δημοσίων υπηρεσιών και οργανισμών, την κινητικότητα των υπαλλήλων, τις διαθεσιμότητες κλπ, δεν συνιστούν διοικητική μεταρρύθμιση, δεν έχουν σχέση με την αντιμετώπιση των παθογενειών ή δυσλειτουργιών της κρατικής μηχανής, ούτε θα λύσουν το δημοσιονομικό πρόβλημα της χώρας, όπως ισχυρίζονται, αλλά οι βασικοί τους στόχοι είναι :
Ø  Η διάλυση όλων των διοικητικών δομών, μέσω μιας ψευδεπίγραφης αξιολόγησης.
Ø  Η αποδυνάμωση και εν τέλει η πλήρης κατάργηση του κοινωνικού κράτους, με αποστέρηση της πρόσβασης των πολιτών στα δημόσια κοινωνικά αγαθά, τα οποία πλέον θα είναι υποχρεωμένοι να ακριβοπληρώνουν.
Ø  Οι γενικευμένες ιδιωτικοποιήσεις και η εκχώρηση νευραλγικών τομέων του δημοσίου στα επιχειρηματικά συμφέροντα.
Ø  Η πλήρης αποδυνάμωση των ελεγκτικών μηχανισμών του κράτους.
Ø  Η βίαιη συρρίκνωση του αριθμού των εργαζομένων, η επιδείνωση των εργασιακών τους δικαιωμάτων μέσα από εξοντωτικά μέτρα, και η περαιτέρω αφυδάτωση του ρόλου τους.
Ø  Η άλωση της δημόσιας διοίκησης, η συνέχιση και διεύρυνση του κομματισμού στο δημόσιο.
Επιχειρείται η δημιουργία ενός κράτους συρρικνωμένου, αποδιαρθρωμένου, συγκεντρωτικού, αναποτελεσματικού, αφυδατωμένου από ουσιαστικές και παραγωγικές δραστηριότητες, πόρους και προσωπικό, ώστε να υποκατασταθεί από τον ιδιωτικό τομέα και να μετεξελιχθεί σε διεκπεραιωτικό μηχανισμό εξυπηρέτησης των επιχειρηματικών συμφερόντων. Σε αυτό το πλαίσιο προετοιμάζεται το προφίλ ενός δημοσίου – κρατικού υπαλλήλου (όσοι θα έχουν απομείνει) γενικών καθηκόντων των 500 €, φοβισμένου και έρμαιου της κάθε φορά κρατικής ή κομματικής αυθαιρεσίας.

Η αναγκαία προοδευτική αναδιάρθρωση που έχει ανάγκη ο δημόσιος τομέας δεν μπορεί να γίνει – ούτε θέλουν να την κάνουν – από αυτούς που ευθύνονται για τις παθογένειες και δυσλειτουργίες του, αλλά μόνο από την κυβέρνηση της Αριστεράς, με κύριο προσανατολισμό την ενίσχυση της κοινωνικής του αποτελεσματικότητας, ιδιαίτερα στη σημερινή συγκυρία, τη διαφάνεια, τον κοινωνικό έλεγχο και αξιοκρατία, τη στήριξη στο ανθρώπινο δυναμικό, την αναβάθμιση και ενίσχυσή του ώστε να αποτελέσει βασικό μοχλό για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας.

ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ  2013


[1] Το 2012 τέθηκαν σε διαθεσιμότητα με το Ν.4093/2012 περί τους 2.000 υπάλληλοι και σε εφεδρεία και προσυνταξιοδοτικό καθεστώς του ν.4024/2011 περί τους 700. Η μεταφορά αυτού του προσωπικού θα μπορούσε να είχε γίνει με τις πάγιες διατάξεις του υπαλληλικού κώδικα, χωρίς δηλ. να βγούν στη διαθεσιμότητα και μετά να μεταφερθούν. Φαίνεται όμως ότι στην περίπτωσή τους έγινε μια γενική δοκιμή του νέου θεσμικού πλαισίου και χρησιμοποιούνται και ως καθησυχαστικό παράδειγμα για τους χιλιάδες διαθέσιμους που ακολουθούν, επειδή στην πλειοψηφία τους μεταφέρθηκαν σε νέες θέσεις.

[2] Έτος βάσης είναι το 2010.
[3] Αντ’ αυτών έχουν συμφωνηθεί με την τρόϊκα τα προαναφερόμενα νούμερα για αποχωρήσεις το 2013 και το 2014.
[4] Προωθείται η έκδοση Κ.Υ.Α. για τη σύσταση θέσεων σε μερικούς φορείς και υπηρεσίες. Σε κάθε περίπτωση φαίνεται ότι οι συνιστώμενες θέσεις θα είναι πολύ λιγότερες από αυτές που καταργούν.
[5] Εννοούν την διαθεσιμότητα, την οποία σκοπίμως συγχέουν με την κινητικότητα.
[6] Τώρα το χρονικό αυτό διάστημα έχει μετατραπεί σε 8 μήνες, όπως προαναφέρθηκε.
[7] Να σημειωθεί ότι υπήρξε άρνηση κατάθεσης στη Βουλή των εκθέσεων αυτών από τον τότε Υπουργό Διοικ. Μεταρρύθμισης και Ηλ. Διακ. Το σχετικό αίτημα είχαν υποβάλει, στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού ελέγχου, ο Πρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας και βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ.
[8] Το μνημόνιο 3 αναφέρει ότι «μέχρι τέλος Φεβρουαρίου 2013, τα σχέδια στελέχωσης για τα κύρια Υπουργεία θα έχουν ολοκληρωθεί και αυτά πρόκειται να χρησιμοποιηθούν προκειμένου να εντοπιστούν περιττές θέσεις και υπάλληλοι και σε αυτή τη βάση θα καθοριστούν τριμηνιαίοι στόχοι για υποχρεωτικές αποχωρήσεις μέχρι τέλος του 2014».



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου