Του ΣΤΑΘΗ*
Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος,
ο Μεγάλος Πόλεμος, βρήκε τον κόσμο μέσα στην καλή χαρά της belle
époque. Κανείς δεν περίμενε ότι θα ξεσπάσει. Ο καπιταλισμός με την πρώτη
παγκοσμιοποίηση, laisser faire, μοίραζε παιχνίδι, ο πλούτος των εθνών
αυξανόταν για τις άρχουσες τάξεις, την παλιά αριστοκρατία και την
αστική, ενώ η εργατική τάξη ζούσε ακόμα σε συνθήκες Ντίκενς,
προσπαθώντας να αναδυθεί κοινωνικά και να οργανωθεί πολιτικά.
Η γκέλα που οδήγησε
στον πόλεμο, ανατρέποντας το ευγενικά παραδοσιακό και διπλωματικώς
μάλλον ασφαλές modus vivendi μεταξύ των κρατών, δεν ήταν καν για τη
μοιρασιά, παρά μάλλον μια τυχαιότητα η οποία εμπεριείχε την ειρωνεία
μιας νομοτέλειας που δεν είχε γίνει ακόμα αντιληπτή.
Απ’ τη δολοφονία στο
Σεράγιεβο ώς το Βερντέν ο κόσμος διήνυσε μια διαδρομή που ανέτρεψε ό,τι
έως τότε κυριαρχούσε στην ανθρώπινη ιστορία -οι άνθρωποι οδηγήθηκαν κατά
μάζες στο σφαγείο, κυρίως οι εργάτες και οι αγρότες, σε κλίμακα
αδιανόητη-, ο δυτικός τρόπος πολέμου έφθασε στα έσχατα, μέσα απ’ τα
χαρακώματα αναδύθηκε κατάφρακτος ο τρομερός 20ός αιώνας. Ολα είχαν
αλλάξει. Οι τέχνες, η καθημερινότητα, οι προτεραιότητες, οι
επικοινωνίες, ο τρόπος τού σκέπτεσθαι, όλα άλλαξαν. Και μ’ ένα γιγάντιο
βήμα η ανθρωπότητα έφθασε στα Χειμερινά Ανάκτορα. Μια πολιτική πυρηνική
έκρηξη είχε συμβεί! Η εργατική τάξη αποκτούσε και κατασκεύαζε το πρώτο
εργατικό κράτος στον κόσμο. Η αστική επανάσταση του 1789 έδινε τη
σκυτάλη στην εργατική επανάσταση του 1917. Η ΕΣΣΔ είχε γεννηθεί. Με
φριχτούς πόνους, με περικύκλωση γύρω της που προσπάθησε να τη
στραγγαλίσει, με ιδρώτα και αίμα το νεαρό κράτος των κολασμένων στάθηκε
στα πόδια του.
Ηταν πλέον φανερό ότι
τα δύο παιδιά του διαφωτισμού, ο αστισμός και ο σοσιαλισμός, χώριζαν τα
τσανάκια τους. Ηταν επίσης φανερό ότι ο επόμενος πόλεμος θα ήταν
ιδεολογικός. Κι έγινε αμέσως πιο φανερό ότι ο Μεσοπόλεμος δεν θα ήταν
παρά μια πολεμική ειρήνη ή μάλλον ένας «εμφύλιος» ευρωπαϊκός πόλεμος,
ακήρυκτος και κηρυγμένος.
Μπορεί οι αιτίες του
Β’ Παγκοσμίου Πολέμου να βρίσκονταν στην αθλιότητα των συνθηκών ειρήνης
που τερμάτισαν τον Α’ Παγκόσμιο εις ό,τι αφορά την ηττημένη Γερμανία,
αλλά βρίσκονταν το ίδιο και στην ιμπεριαλιστική βουλιμία των αστικών
δημοκρατιών, παλαιών και πονηρών όπως η Αγγλική, νεόκοπων και ληστρικών
(μάλιστα με τρόπους φαρ-ουέστ) όπως η Αμερικανική.
Σε αυτό το πλαίσιο
σύγκρουσης των καπιταλιστικών δυνάμεων μεταξύ τους κι όλων μαζί με την
ΕΣΣΔ, η αστική τάξη σε πολλές χώρες ξέφυγε, παρεξέκλινε από την έως τότε
προσοδοφόρο φιλελεύθερη παράδοση κι άρχισε να επιστρατεύει σκοτεινές
δυνάμεις που αναδύονταν απ’ τον πάτο των κοινωνιών. Ο Μουσολίνι έγινε
περιζήτητος για την ιταλική αστική τάξη, όσον η Μαφία για την
αμερικανική, όταν και οι δύο τσάκιζαν στους δρόμους τις εργατικές
απεργίες τη δεκαετία του ’20 στην Ιταλία και του ’30 στις ΗΠΑ.
Η αστική τάξη είχε
κάνει την επιλογή της. Γυρίζοντας την πλάτη στα υπόλοιπα τέκνα του
διαφωτισμού, τους κομμουνιστές και τους σοσιαλιστές, έδωσε το χέρι της
στο σκοτεινό τέκνο του ανορθολογισμού. Ο φασισμός είχε νομιμοποιηθεί.
Ο ισπανικός εμφύλιος πόλεμος,οι
φασιστικές δικτατορίες στην Ουγγαρία, την Πολωνία, τη Ρουμανία και
αλλού δεν αφήνουν καμμία αμφιβολία για το τι ήθελαν οι πολιτικές
δυνάμεις του αστισμού που είχαν το πάνω χέρι στις δημοκρατίες. Το
«ατύχημα» υπήρξε ο Χίτλερ. Ο ευφυής αυτός άνθρωπος υπερέβη, και μάλιστα
γρήγορα, το ρολάκι που είχαν ράψει για τα «μέτρα του», όπως νόμιζαν, οι
Κρουπ και οι Ζήμενς και άρπαξε τη Γερμανία στα χέρια του.
Η δωδεκαετής δαιμονιώδης πορεία του
είναι γνωστή. Αρχισε να βουτάει κομμάτια από τα κράτη, κράτη ολόκληρα
(Ανσλους), να μαντρώνει τις τάξεις, να εξοντώνει τους αντιπάλους του,
κομμουνιστές, σοσιαλιστές, χριστιανοδημοκράτες αλλά και όσους αυτός με
το κόμμα του είχαν προγράψει, Εβραίους, Σλάβους, τσιγγάνους και άλλους.
Ενα πρωτοφανέρωτο κράτος-τέρας
ορθώθηκε μέσα στα σπλάχνα της Ευρώπης. Εν πρώτοις και κυρίως
αντικομμουνιστικό, χωρίς θεσμούς στην πραγματικότητα, με υπέρτατο νόμο
τη θέληση του φύρερ. Ενας απερίγραπτος βολονταρισμός -κομματικός,
κρατικός, παρακρατικός-, που νομιμοποιούσε τη ζούγκλα της ισχύος των
«υπερανθρώπων» έναντι των αδυνάτων, έπνιξε τη Γερμανία κι όποιο άλλο
κομμάτι της Ευρώπης κατέκτησε. Η συμμετοχή στο ναζιστικό κόμμα έδινε τη
δυνατότητα να εγκληματεί κανείς ατιμωρητί για οικονομικούς λόγους,
ρατσιστικούς ή ό,τι άλλο κάθε κολασμένη ψυχή μπορούσε να εκδηλώσει.
Ενα όργιο τρόμου, ένα
λουτρό αίματος, μια δαιμονιώδης ανηθικότης, μόλις μέσα σε δώδεκα
χρόνια, απέδειξε ότι η ανθρωπότης δεν ήξερε ακόμα «τι είναι ο άνθρωπος».
Μια πρωτοφανέρωτη αγριότητα στιγμάτισε έναν λαό, τους Γερμανούς (διότι
συμμετείχαν και συνέχισαν να συμμετέχουν κι αφού εγνώρισαν, είδαν και
κατάλαβαν περί τίνος επρόκειτο), αλλά κυρίως στιγμάτισε την αστική τάξη
διεθνώς.
Διότι η τάξη αυτή δεν ήθελε να πολεμήσει το τέρας που δημιούργησε! ήθελε το τέρας που δημιούργησε να πολεμήσει την ΕΣΣΔ.
Κατά έναν τραγικά ειρωνικό τρόπο
η εισβολή στην Πολωνία υπήρξε για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ό,τι το
Σεράγιεβο για τον Α’ Πόλεμο. Κανείς δεν περίμενε ότι ο Χίτλερ «θα το
κάνει», ούτε ο Χίτλερ περίμενε ότι οι Αγγλογάλλοι (επιτέλους) θα
αντιδράσουν.
Αν παρατηρήσει κανείς
τα χρόνια του πολέμου ώς τη μάχη της Αγγλίας, θα διαπιστώσει ότι οι
Χιτλερικοί ήλπιζαν να τα βρουν με τους Δυτικούς, ενώ οι Δυτικοί πλην
Τσώρτσιλ τα είχαν βρει μαζί τους, είτε διά της ανοχής, είτε διά της
υποταγής ή ήθελαν να τα βρουν μαζί τους διά των διαπραγματεύσεων. (Σε
ορισμένες περιπτώσεις, ώς το τέλος του πολέμου, κι ενώ οι πάντες
εγνώριζαν τι ήταν ο ναζισμός, μέρος των αστικών δυνάμεων ήλπιζε ότι θα
τα βρει με το τέρας, όπως και ο ναζισμός στο λυκόφως του ήλπιζε ότι θα
τα ξαναβρεί με τις αστικές δυνάμεις ).
Τίποτα απ’ αυτά δεν
έγινε. Το σύμφωνο Μολότωφ - Ρίμπεντροπ (από πλευράς ΕΣΣΔ για να κερδίσει
χρόνο κι από πλευράς Ράιχ για να αποκοιμίσει την ΕΣΣΔ) έδωσε τη θέση
του στο ξέσπασμα της επιχείρησης Μπαρμπαρόσα. Ο πρωταρχικός στόχος του
Χίτλερ, να αποκτήσει ζωτικό χώρο στην Ανατολή (αλλοιώς, το καθεστώς του
θα κατέρρεε), έφερε σε δεύτερη και μάλλον αμυντική μοίρα τις
επιχειρήσεις στη Δύση και σε πρώτη, καθώς και θανάσιμη μοίρα τις
επιχειρήσεις στην Ανατολή. Και πράγματι η ψευδαίσθηση
του Χίτλερ ότι δεν θα εμπλακεί σε πόλεμο δύο μετώπων, αλλά ότι θα
ξεμπερδέψει με την ΕΣΣΔ σε τρεις με έξι μήνες, χάθηκε μέσα σε μια
τιτανομαχία χωρίς προηγούμενο στην ανθρώπινη ιστορία. Πρώτη και δεύτερη
πορεία προς τη Μόσχα, 1941, 1942, πολιορκία του Λένιγκραντ, καμπή στο
Στάλιγκραντ, συντριβή στο Κουρσκ. Οι Σοβιετικοί μάχιμοι και άμαχοι,
καταβάλλοντας έναν ανείπωτο φόρο αίματος, έσπαγαν τα δόντια του θηρίου
και το έπαιρναν στο κυνήγι. Με εξίσου βαρειές απώλειες το 1944 οι
Σοβιετικοί, έφθασαν το 1945 στο Βερολίνο, επιχείρηση Μπαγκρατιόν, η
μεγαλύτερη στην ιστορία. Το μέτρο της προσφοράς των Σοβιετικών κατά τη
διάρκεια του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου το καταδείχνουν οι αριθμοί των
θυμάτων. Στη Δύση μετριούνται με χιλιάδες, στην Ανατολή με δεκάδες
εκατομμυρίων.
Μετά την 9η Μαΐου 1945, πάλι τίποτα
δεν ήταν ίδιο στην Ευρώπη και τον κόσμο. Οπως ο τρομερός 20ός Αιώνας
βγήκε αιμάσσων απ’ το Βερντέν, άλλο τόσο βγήκε αιμάσσων απ’ τα
Στρατόπεδα Συγκέντρωσης, απ’ την Εθνική Αντίσταση των λαών κατά των
ναζί και από τα Μέτωπα. Τίποτα πάλι δεν ήταν όπως πριν. Το αίμα που είχε χυθεί ζητούσε έναν καλύτερο κόσμο.
Εργατική κυβέρνηση στην Αγγλία, μεγάλα κομμουνιστικά κόμματα στη Δύση,
νεαρές λαϊκές δημοκρατίες στην Ανατολή. Εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα
στην Αφρική και την Ασία.
Ο μεταπολεμικός άνθρωπος
έθετε στο κέντρο της προόδου τον εαυτόν του. Με μια αστική τάξη να
παρακολουθεί εκούσα άκουσα τις εξελίξεις, αλλά και να τις διαμορφώνει
γρήγορα προς ένα νέο modus vivendi πολύ πιο ασφαλές για την ίδια, τον
Ψυχρό Πόλεμο. Στο μεταξύ ο ναζισμός στη Γερμανία είχε
πεθάνει μέσα σε ένα λουτρό αίματος τον Γενάρη - Μάη του 1945 κι ως διά
μαγείας εξαφανίσθηκε εν μια νυκτί, 9 Μαΐου του 1945 ξημερώνοντας 10, σαν
μην υπήρξε ποτέ. Οι Σύμμαχοι δίκασαν ορισμένους αρχιναζί στη Νυρεμβέργη
και απορρόφησαν τους υπόλοιπους, κατά μέρος στις ίδιες τις ΗΠΑ και κατά
μέρος επανδρώνοντας τη νέα, μισή Γερμανία, την ΟΔΓ. Οι παλιές καλές
επαφές του αστισμού με το τέρας του που είχαν διακοπεί βιαίως το 1939,
αποκαταστάθηκαν στο λάου - λάου το 1945. Μεταμορφισμένες.
Με το σκοτεινό τέκνο
του αντιδιαφωτισμού «νεκρό» στα χέρια της η αστική τάξη πήρε πάνω της εκ
νέου τον αντικομμουνισμό και στη θέση της συμμαχίας με την ΕΣΣΔ που
έσωσε τις αστικές δημοκράτες, έβαλε τη νέα αντιπαράθεση, τη νέα
περικύκλωση, τον Ψυχρό Πόλεμο.
Η ΕΣΣΔ πήγε στα άστρα,
η ύπαρξή της ανάγκασε τις αστικές δημοκρατίες να ανεχθούν τη λειτουργία
του κοινωνικού κράτους, αλλά τον Ψυχρό Πόλεμο η ΕΣΣΔ τον έχασε. Ισως
επειδή δεν έγινε ποτέ δημοκρατική και γι’ αυτό έπαψε να ’ναι
επαναστατική. Η ΕΣΣΔ αποπολιτικοποίησε τον λαό της και τα έθνη της μέσα
σε ένα κομφορμιστικό σύστημα που έδωσε στο καλσόν, τους αναπτήρες μπικ
και την κόκα κόλα μεγαλύτερη αξία στα μάτια ανθρώπων απ’ τις
ουμανιστικές αξίες και τα σοσιαλιστικά ιδανικά. Το πρώτο εργατικό κράτος
που πέτυχε σε τομείς όπως η ισοκατανομή, η υγεία ή η εκπαίδευση, ό,τι
καλύτερο είχε ως τότε να παρουσιάσει η ανθρωπότητα, απέτυχε στην
ισηγορία, στην ισονομία και στη διασφάλιση της ελευθερίας. Κι έτσι
χάσαμε, διότι έπρεπε να χάσουμε.
Μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ
η παλινόρθωση της αντίδρασης οδήγησε στη δεύτερη παγκοσμιοποίηση, στο
νέο laisser faire, η ομογενοποιημένη διακυβέρνηση ενός οικονομικού
εξτρεμισμού προς όφελος του αστισμού, δεν έχει πλέον κανένα λόγο να μην
μπαίνει στον πειρασμό ενός νέου εκφασισμού. Αυτήν τη φορά προληπτικού.
Κι εφεδρικού. Εχοντας εξαναγκάσει τους εργαζόμενους να επιστρέψουν στην
εποχή του Ντίκενς, πριν απ’ το οκτάωρο και το όποιο κοινωνικό κράτος, ο
αστισμός έχει κάθε λόγο να παίρνει τα μέτρα του.
Για την ώρα δεν χρειάζεται το τέρας ένστολο·
το αφήνει να σαπίζει στον τάφο του, χρειάζεται όμως το πνεύμα του
τέρατος. Χρειάζεται την καταστολή, χρειάζεται την ακροδεξιά για να
συγκυβερνά με την κεντροδεξιά και να ενσωματώνει την κεντροαριστερά.
Πάνε δεκατρία χρόνια
απ’ όταν ο 20ός Αιώνας παρέδωσε το σπαθί του στον 21ο Αιώνα, έναν Αιώνα
που φαίνεται να ’χει στο μυαλό του τον 19ον Αιώνα και στην καρδιά του
τους αιώνες πριν από τον διαφωτισμό και την αναγέννηση - για να εκφρασθώ
κάπως σχηματικά.
Οι Ελληνες πολέμησαν
στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο σαν ήρωες, Και σαν ήρωες προσπάθησαν να μπουν
στη μεταπολεμική εποχή των μεγάλων ελπίδων, χωρίς να το καταφέρουν∙
έσπευσαν οι Άγγλοι και στη συνέχεια ανέλαβε ο Ψυχρός Πόλεμος. Ο φόρος
αίματος που πλήρωσαν οι Έλληνες κατά τον Πόλεμο ήταν δυσανάλογος του
πληθυσμού τους και ανάλογος της ιστορίας τους - μιας ιστορίας
τραγωδιών, αλλά και μεγαλείου. Ο εμφύλιος μάς σημάδεψε. Αιματοβαμμένος ο
λαός προσπάθησε να ξαναχτίσει τη ζωή του και, με πολλές περιπέτειες και
σκαμπανεβάσματα, φθάσαμε έως εδώ - σε ένα παράξενο τοπίο. Μια χώρα
ρημαγμένη εν καιρώ ειρήνης, ανίσχυρη μέσα σε μια πανίσχυρη Ενωση,
αμήχανη, εκπίπτουσα σε μια ειδική οικονομική ζώνη - ένας Κρανίου Τόπος.
Ενας αιχμάλωτος λαός.
Τι γιορτάζουμε λοιπόν σήμερα;
Στον νου μου έρχονται τα λόγια ενός Ιρλανδού: «έχουμε τόσες πολλές
ήττες να γιορτάσουμε, που θα έπρεπε να μεταρρυθμισθεί και πάλι το
ημερολόγιο». Περίπου το ίδιο ισχύει και για μας, όπως και για πολλούς
άλλους βασανισμένους λαούς, τα πένθη μας, τα κάλλη μας.
Σήμερα λοιπόν,
πιστεύω, οι Ελληνες γιορτάζουν τα φυλαχτά τους και τα ποιήματά τους. Τις
κιτρινισμένες επιστολές απ’ το Μέτωπο, και τις τελευταίες λέξεις των
εκτελεσμένων -σκαλίσματα στους τοίχους των κελλιών- το «πεθαίνω, μάνα
μου για την Ελλάδα», εκείνης της κόρης στην Καισαριανή με το κόμμα της
στην ψυχή και το όνειρο στα μάτια. Πλήθος κεράκια αυτή η γιορτή,
Κάνδανος, Καλάβρυτα, Κοκκινιά, Καισαριανή, Δίστομο, τόποι μαρτυρίου,
τρόποι θυσίας. Εχει αυτή η γιορτή περισυλλογή, ιστορίες Γιαννοαγιάννηδων
και μια μουσική χιλιόχρονη θαλασσινή, που καθησυχάζει τον ήλιο όταν
δύει ότι πάλι θα ανατείλει.
Στρατιώτες που έγιναν
κομμάτια απ’ τα κανόνια των αφεντικών, που πάγωσαν, που τους έφαγε η
ψείρα και η δυσεντερία, ο λυγμός της αδερφής, το χθόνιο βέλασμα της
μάνας, το μουγκρητό του πατέρα, έγιναν οι απώλειες αγάλματα. Κι έχουν
πολλά αγάλματα να κουβαλάνε οι ευαίσθητοι, πολύ δούλεμα να τρώνε από
τους κυνικούς - έτσι είναι η εποχή, δεν σηκώνει θλιμμένα εννέα όγδοα να
αστράφτουν στις πλατείες και γίνεται η γιορτή κρυφή σαν κρυφό σχολειό·
μέσα στο μυαλό σου πετούν οι αητοί, μην τους πάρουν μυρωδιά οι χαφιέδες,
θα σε ρεζιλέψουν για σαλό και αλλοπαρμένο. Οι λιτανείες πρέπει να
γίνονται κατά μόνας, όχι σαν πομπή μα σαν μοναχικός περίπατος, εσύ κι
όσα τολμάς να θυμηθείς.
Κι αν κάποιος από μας
είναι αράθυμος και λιγουρευτεί φουστανελάδες και χύσει χοές σε αντάρτες
και βάλει τα γράμματα σε μια σειρά να πει λέξεις μυαλωμένες, εγώ του
βγάζω το καπέλο. Γιατί δεν χαμπαριάζει από ραγιάδες και γενίτσαρους,
δωσίλογους και λαϊφσταλάδες. Γιατί αυτόν δεν τον έχει καταβάλει η
κεντρώα τρομοκρατία των νηφάλιων, το θρασύτατο δηλητήριο των πονηρών.
Η μέρα σήμερα είναι σοβαρή, περιέχει πολλά μηνύματα, δεν προσφέρεται για πατριδοκάπηλους και πανηγυρικούς δεκάρικους, περιέχει παιδιά που πρέπει να μάθουν την αλήθεια,
σημαίες που κλαίνε με όσα έχουν δει τα μάτια τους. Η μέρα σήμερα
περιέχει συμβολισμούς, αγίους και διδάγματα. Δασκάλους που θέλουν να
ξαναστήσουν τα μεροκάματα στα πόδια τους κι εργάτες που θέλουν να
ξαναβγάλουν κυριακάτικη βόλτα την αξιοπρέπεια όλων των ανθρώπων. Είναι η
γιορτή των πληβείων και των άμωμων, μοσχοβολάει μπαρούτι.
*Δημοσιεύθηκε στο "enikos.gr" την Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου