Του ΣΤΑΘΗ ΚΟΥΒΕΛΑΚΗ*
Η περίπτωση του Μαντέλα αποδεικνύει ότι η υπερβολή στον έπαινο λειτουργεί μπορεί εν τέλει να λειτουργήσει ως πολύ αποτελεσματικότερο μέσο παραποίησης της ιστορίας από τη μύνη ή τη λήθη. Για όσους αγνοούν τα στοιχειώδη για την διαδρομή του και τον αγώνα που έδωσαν οι Μαύροι της Νότιας Αφρικής
ο νεκρός πλέον ηγέτης φαντάζει σαν ένα μίγμα χριστιανού άγιου και σταρ
της βιομηχανίας του θέαματος και της ανθρωπιστικής ιδεολογίας του
συρμού. Σε ένα άρθρο του στους Τάϊμς της Νέας Υόρκης ο Σλάβοϊ Ζίζεκ έγραψε
πως η μετατροπή του Μαντέλα σε ακίνδυνη και συναινετική εικόνα αποτελεί
σύμπτωμα ήττας, της αποτυχίας του να αλλάξει την κοινωνική μοίρα των
Μαύρων και να θέσει τέλος στο κοινωνικό απαρτχάϊντ που συνεχίζει να
διαιρεί την Νοτιοαφρικανική κοινωνία.
Το κοινωνικό απαρτχάϊντ συνεχίζεται
Υπάρχει αναμφίβολα μια μεγάλη δόση αλήθειας σε αυτή τη διαπίστωση. Ο Μαντέλα
αφήνει πίσω του μια χώρα με αβυσσαλέες κοινωνικές αντιθέσεις, με το
εισοδηματικό χάσμα μεταξύ λευκών και μαύρων να είναι της τάξης του ένα
προς έξι και τις κοινωνικές ανισότητες να παραμένουν στο επίπεδο που
ήταν όταν καταργήθηκε το καθεστώς του θεσμοποιημένου φυλετικού διαχωρισμού[1].
Η αγροτική μεταρρύθμιση δεν έχει καν αρχίσει, το χάσμα σε υγεία και
εκπαίδευση είναι τεράστιο ενώ ακόμη και οι στοιχειώδεις ανάγκες όπως η
πρόσβαση σε ηλεκτρικό και νερό παραμένουν άλυτα προβλήματα για την
πλειοψηφία όσων ζουν στις παραγκούπολεις των μεγάλων πόλεων.
Αυτό όμως που σίγουρα έχει αλλάξει στο κοινωνικό τοπίο είναι η άνοδος μιας νέας Μαύρης αστικής τάξης, κυρίως μέσω του μηχανισμού του Black Economic Empowerment που άνοιξε με διοικητικό τρόπο το κεφάλαιο των μεγάλων εταιριών σε Μαύρους, κατά κανόνα σε στελέχη του κυβερνώντος από το 1994 Αφρικανικού Εθνικού Κονγκρέσου (ANC), του
κόμματος του Μαντέλα και βασικού φορέα του απελευθερωτικού αγώνα.
Κορυφαίο ίσως παράδειγμα είναι ο Σύριλ Ραμαπόζα, ο χαρισματικός πρώην
ηγέτης του συνδικάτου των μεταλλωρύχων που είναι σήμερα πάμπλουτος και
εδρεύει στο συμβούλιο της εταιρίας Λονμίν, της εταιρίας απ’όπου
ξεκίνησαν οι απεργίες του περυσινού καλοκαιριού που αντιμετωπίστηκαν με
την πιο αιματηρή καταστολή που γνώρισε η χώρα από τη δεκαετία του 1970
(34 νεκροί στα ορυχεία του Μαρικάνα).
Ολα αυτά αποτελούν πλέον κοινό τόπο στη Νότια Αφρική, και εξηγούν τις αποδοκιμασίες με τις οποίες το πλήθος υποδέχθηκε τον νυν πρόεδρο της χώρας Ζούμα,
χαρακτηριστικό εκπρόσωπο της τάξης των Μαύρων νεόπλουτων που κυβερνούν
σήμερα στο όνομα του ιστορικού ρόλου που έπαιξαν στον αγώνα κατά του
απαρτχάϊντ. Και όμως το ίδιο πλήθος είναι αυτό που τιμά τον Μαντέλα,
παρά τον κεντρικό ρόλο που επαιξε στην διαδικασία της μετάβασης που
κατέληξε στον μεγάλο συμβιβασμό και στο σημερινό αδιέξοδο.
Ο Μαντέλα ηγέτης του ένοπλου αγώνα
Πως εξηγείται αυτό το παράδοξο; Ας
θυμίσουμε εδώ μερικά γεγονότα που έχουν απωθηθεί από τον ορυμαγδό των
τελευταίων ημερών. Ο Μαντέλα συνελήφθη το 1962 και καταδικάστηκε σε
ισόβια ως συνιδρυτής του ένοπλου τμήματος του ANC «Δόρυ του Εθνους» (Umkhonto we Sizwe), μαζί με τον Τζο Σλόβο,
τον γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος της Νότιας Αφρικής και ως
λευκός το πιο μισητό πρόσωπο στα μάτια των ρατσιστών του καθεστώτος της
Πρετόρια. Στην ιστορική του απολογία στο δικαστήριο, που αποτελεί ένα
κείμενο αναφοράς για τα εθνικοαπελευθερωτικά και επαναστατικά κινήματα, ο
Μαντέλα υπερασπίζεται με ηρεμία και αποφασιστικότητα την επιλογή του
ένοπλου αγώνα εξηγώντας ότι η βία αποτελεί την αναπόφευκτη απάντηση στην
καθημερινή βια και τον εξευτελισμό που υφίσταται η μαύρη πλειοψηφία
καθώς και στο κλείσιμο όλων των δυνατοτήτων της νόμιμης πάλης. «Χωρίς
βία, τονίζει ο Μαντέλα, δεν μπορεί να ανοίξει ο δρόμος για να νικήσει η
πάλη του Αφρικάνικου λαού ενάντια στο καθεστώς της λευκής κυριαρχίας».
Και συνεχίζει εξηγώντας γιατί από όλες τις μορφές βίας το «Umkhonto we
Sizwe» επέλεξε αυτήν του αντάρτικου, τον οποίο και θα συνεχίσει και μετά
τη σύλληψή του, έως και το τέλος της δεκαετίας του 1980. Τέλος ο
Μαντέλα υπερασπίστηκε σθεναρά την οργανική συμμαχία του ANC με το
Κομμουνιστικό Κόμμα, που έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο σε όλα τα στάδια και
τις μορφές πάλης του αγώνα κατά του απαρτχάϊντ.
Οσοι νομίζουν ότι αυτά αφορούν μόνο
τον Μαντέλα της δεκαετίας του 1960 μάλλον ξεχνούν τις μάχες που
χρειάστηκαν για να επιτευχθεί ακόμη και αυτή η ελεγχόμενη κατάργηση του
απαρτχάϊντ. Το 1985 ο τότε πρωθυπουργός και υπέρμαχος της πολιτικής του
φυλετικού διαχωρισμού Πίτερ Μπότα πρότεινε στον Μαντέλα την αποφυλάκισή
του έναντι της εγκατάλειψης κάθε μορφής βίαιης πάλης από την πλευρά του
ΑΝC. Η απάντηση του φυλακισμένου ηγέτη ήταν αποστομωτική: «ας
εγκαταλείψει αυτός τη βία. Ας δεσμευτεί αυτός ότι θα καταργήσει το
απαρτχάϊντ. Ας νομιμοποιήσει αυτός την οργάνωση του λαού, το Αφρικάνικο
Εθνικό Κογκρέσσο. Δεν μπορώ και δεν πρόκειται να εγκαταλείψω απολύτως
καμμιά μορφή δράσης όσο εγώ και εσείς, ο λαός, δεν είμαστε ελεύθεροι».
Ετσι λοιπόν ο Μαντέλα έμεινε άλλα πέντε χρονιά στη φυλακή και έφυγε
απ’αυτήν με υψωμένη τη γροθιά.
Η κρίσιμη καμπή
Είναι βέβαιο σωστό ότι το απαρτχάϊντ δεν έπεσε λόγω του αντάρτικου αγώνα που διεξήγαγε το Umkhonto we Sizwe
υπό την ηγεσία του θρυλικού Κρις Χάνι, του κατοπινού γραμματέα του
Κομμουνιστικού Κόμματος (δολοφονημένου το 1993 από λευκούς ακροδεξιούς),
αλλά από συνδυασμό διεθνών πιέσεων, κυρίως δια μέσου του εμπάργκο στις
επενδύσεις και τις εμπορικές ανταλλαγές που κατάφερε να επιβάλλει
σταδιακή η παγκόσμια καμπάνια κατά του απαρτχάϊντ, διαρκούς λαϊκής
κινητοποίησης, που καμμιά καταστολή δεν μπόρεσε να τσακίσει και
εσωτερικής φθοράς του ίδιου του ρατσιστικού καθεστώτος. Παρ’όλα αυτά η
αναμέτρηση στα πεδία των μαχών στην έπαιξε έναν καθοριστικό ρόλο που
σπάνια αναφέρεται στα δυτικά ΜΜΕ.
Για να σταθεροποιήσει τη θέση του και να συντρίψει τις βάσεις του Umkhonto we Sizwe στα γειτονικά κράτη,
το καθεστώς της Πρετόρια είχε «εξάγει » την αναμέτρηση στην ευρύτερη
περιοχή στηρίζοντας και επεμβαίνοντας στο πλευρό των τρομοκρατικών
οργανώσεων RENAMO και UNITA που με άφθονη αμερικάνικης στήριξη πάσχιζαν
με πρωτοφανή βάρβαρα μέσα να ανατρέψουν τα φιλικά προς τον αγώνα του ANC
καθεστώτα της Μοζαμβίκης και της Αγκόλας. Ιδιαίτερο κρίσιμο ήταν το
μέτωπο της Αγκόλας, που κρίθηκε στην ιστορική μάχη του Κουϊτο Καναβάλε,
που κράτησε έξι μήνες και απετέλεσε την μεγαλύτερη στρατιωτική
αναμέτρηση σε αφρικανικό έδαφος μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο.
Σ’αυτήν τη μάχη ο στρατός της Νότιας Αφρικής και οι δυνάμεις της UNITA
κατάφεραν αρχικά να αναχαιτήσουν την επίθεση του Λαϊκού Στρατού της
Αγκόλας και των μαχητών του Umkhonto we Sizwe και να αντιστρέψουν προς
όφελός τους την κατάσταση. Το Νοέμβρη του 1987, η κυβέρνηση της Αγκόλα
ζητά επείγουσα συμπαράσταση από την Κούβα, παραδοσιακό σύμμαχο των
αφρικανικών εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων (ο ίδιος ο Τσε είχε
πολεμήσει στο Κονγκό), που ανταποκρίνεται αμέσως και στέλνει δεκάδες
χιλιάδες στρατιώτες. Μετά από πολύμηνες σκληρές μάχες, τον Μάρτιο του
1988, οι κουβανικές δυνάμεις, πολεμώντας με άφθαστο ηρωϊσμό στο πλευρό
του Λαϊκού Στρατού της Αγκόλας και του Umkhonto we Sizwe περνούν στην
αντεπίθεση και καταφέρουν σαρωτικά πλήγματα στον στρατό του ρατσιστικού
καθεστώτος και τους συμμάχους του της UNITA.
Ο Μαντέλα στην αυτοβιογραφία
του χαρακτήρισε το Κουϊτο Καναβάλε « σημείο καμπής για την απελευθέρωση
της Αφρικής και του λαού μου ». Και δεν ξέχασε ποτέ το ρόλο της
Κούβας, διατηρώντας μέχρι το τέλος στενές σχέσεις με τον Φιντέλ. Από
ιστορική άποψη δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μετά από την στρατιωτική
ταπείνωση που δέχθηκε στην Αγκόλα οι μέρες του απαρταχαϊντ ήταν
μετρημένες. Η έναρξη διαπραγματεύσεων άνευ όρων με το ANC, που
προϋπέθετε την επίσης άνευ όρων αποφυλάκιση αυτού που είχε γίνει στα 27
χρόνια της κράτησής του ο πιο διάσημος πολιτικός κρατούμενος του κόσμου
ήταν πλέον θέμα χρόνου.
Αυτόν τον Μαντέλα επιδιώκουν λοιπόν να «θάψουν» όσοι
φτιάχνουν σήμερα την αποστειρωμένη εικόνα του συναινετικού σοφού. Και
μαζί μ’αυτόν θέλουν να ξεχαστεί και το γεγονός ότι οι ηγέτες της Δύσης –
με τους Νίξον, Ρήγκαν και Θάτσερ στην πρώτη γραμμή – για δεκαετίες
θεωρούσαν το ANC «τρομοκρατική» και «ελεγχόμενη από τους κομμουνιστές»
οργάνωση ενω οι καπιταλιστές των χωρών τους έκαναν χρυσές δουλειές με το
νοτιοαφρικανικό καθεστώς. Μόνο η πίεση της διεθνούς κοινής γνώμης και ο
αντίκτυπος της αδιάκοπης και κυριολεκτικά ματοβαμένης κινητοποίησης των
Νοτιαφρικανικών μαζών οδήγησαν σε μια όψιμη αλλαγή στάσης, όταν είχε
πλέον ουσιαστικά κριθεί η τύχη του απαρτχαϊντ.
Γιατί όσο αλήθεια κι αν είναι ότι ο απελευθερωτικός αγώνας έμεινε ανολοκλήρωτος άλλο τόσο είναι ότι δεν ηττήθηκε.
Και αυτό ακριβώς είναι που γιορτάζουν τα ατέλειωτα πλήθη που αποτείουν
τον ύστατο φόρο τιμής στον νεκρό ηγέτη: ο Μαντέλα θα συνεχίσει να
εμπνέει τους απελευθερωτικούς αγώνες του μέλλοντος.
(μια συντομευμένη εκδοχή του κειμένου δημοσιεύτηκε στην Ελευθεροτυπία της 12/12/2013).
[1] Ο δείκτης GINI μέτρησης της ανισότητας ήταν 64 το 1994, ανεβηκε στο 69 το 2005 και κατέβηκε ελαφρά στο 63 το 2009.
Πέμπτη 12 Δεκεμβρίου 2013.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου