Συνολικές προβολές σελίδας

Κυριακή 24 Μαρτίου 2013

Ρωμιοσύνη: πως ο στίχος έγινε τραγούδι

              

Να πώς  περιγράφει ο Μ. Θεοδωράκης:

 
Η «Ρωμιοσύνη» είναι αναμφίβολα ένα από τα πιο γνωστά και αγαπημένα στο πλατύ κοινό έργα του Μ. Θεοδωράκη. Πρόκειται για τη δεύτερη φορά (μετά τον «Επιτάφιο») που ο κορυφαίος συνθέτης συναντιέται με τον ποιητή Γ. Ρίτσο. Η μελοποίηση έγινε το 1966. Αμέσως μετά, την περίοδο της χούντας, τα τραγούδια επίσημα απαγορεύονται, αλλά φυσικά εξακολουθούν να τραγουδιούνται κρυφά και το γεγονός αυτό συμβάλλει ακόμα περισσότερο στην καθιέρωση και τη διάδοση των τραγουδιών του δίσκου.
romiossyniH δημιουργία της μουσικής του δίσκου κρύβει το δικό της μύθο. Να πώς την περιγράφει ο Μ. Θεοδωράκης: 
«Στη γιορτή των Φώτων στα 1966, κάποιο άγνωστο χέρι τοποθέτησε το χειρόγραφο του Ρίτσου πάνω στο αναλόγιο του πιάνου μου στη Νέα Σμύρνη…Τη Ρωμιοσύνη μού την είχαν φέρει στο σπίτι γυναίκες κρατουμένων πολλά χρόνια πριν. Είχαν περάσει πρώτα απ’ τον Ρίτσο, που διάλεξε ο ίδιος τα αποσπάσματα από την «Αγρύπνια» για να μου τα εμπιστευθεί. Όμως τα χειρόγραφα σκεπάστηκαν από άλλα. Χάθηκαν. Ξεχάστηκαν… Ώσπου εκείνη ακριβώς τη στιγμή κάποιο χέρι (χωρίς να ξέρει κανείς το πώς και το γιατί) τα ανέσυρε και τα ακούμπησε στο πιάνο. Είχαν προηγηθεί συγκρούσεις στον Πειραιά με την Αστυνομία. Ο άγριος ξυλοδαρμός και η κακοποίησή μου, γεγονότα που με επηρέασαν βαθιά. Τόσο που, μόλις διάβασα τον πρώτο στίχο, Αυτά τα δέντρα δε βολεύονται με λιγότερο ουρανό… κάθισα, όπως ήμουν λερωμένος με λάσπη και αίματα και συνέθεσα μονορούφι τη Ρωμιοσύνη».


Το έργο του Γ. Ρίτσου «Ρωμιοσύνη» γράφτηκε την περίοδο 1945 - 1947 [μέρος της ποιητικής συλλογής Αγρύπνια (1954)] και έχει άμεση σχέση με τα γεγονότα της εποχής.  
Αποτελεί έναν ύμνο στο πνεύμα αντίστασης του ελληνικού λαού, που, κατά τον ποιητή, συνιστά τη διαχρονική ουσία του ελληνικού τόπου και των ανθρώπων του. Φαίνεται λοιπόν πώς στο συγκεκριμένο έργο συναντιόνται και ταυτίζονται η ζωή, η ιδεολογία και ο αγώνας τόσο του ποιητή όσο και του συνθέτη με συνδετικό κρίκο το ίδιο το ποιητικό κείμενο. «Νομίζω ότι αυτή η ταύτισή μου με τον ποιητή, που ξεπερνούσε τα όρια της ποίησης κι απλωνόταν σε όλο το χώρο της ζωής, της εργατικότητας, της δημιουργικότητας, της ιδεολογίας, της στάσης ζωής, της κοινής πίστης σε μια κοινή κλίμακα αξιών, στην ταυτόσημη αντιμετώπιση του χρέους, τέλος, στην κοινή μας στράτευση στο στρατόπεδο της Αριστεράς, της Εθνικής Αντίστασης, της Ελευθερίας και της αφοσίωσης στο ιδεώδες της Εθνικής Αναγέννησης, όλα αυτά δημιούργησαν μια ταυτότητα, θα έλεγα, στις δύο ευαισθησίες μας. Γίναμε συγκοινωνούντα δοχεία, απ’ όπου ποίηση και μουσική περνούσε η μια στην άλλη ώσπου να πάρουν μια τρίτη διάσταση: το τραγούδι» .

Αντίστοιχα μεγάλος είναι και ο ενθουσιασμός του Γ. Ρίτσου από τη μελοποίηση του έργου του: «Ακούγοντας τη Ρωμιοσύνη του Μίκη Θεοδωράκη ένιωσα την ανάγκη να εκφράσω ανεπιφύλακτα και απροφύλακτα, όχι πια τη γνώμη μου, αλλά τον ενθουσιασμό, τη συγκίνηση, τη μέθη που μας δίνει ένα μεγάλο έργο τέχνης, ή σωστότερα ένα αληθινό έργο τέχνης - αυτή τη βαθιά, ανεξήγητη, ανεξέλεγκτη συγκίνηση, αυτή την ευφορία, τη μυστική ανανέωση της πίστης στις ανθρώπινες και ανθρωπιστικές δυνατότητες της τέχνης [...] Ένιωσα ακόμα πως σ' αυτή τη σύνθεση του Θεοδωράκη η νεοελληνική μας μουσική έχει ξεπεράσει το στάδιο της προσπάθειας για τη συντήρηση ορισμένων άξιων ελληνικών παραδόσεων (βυζαντινών, δημοτικών, λαϊκών), έχει ξεπεράσει το στάδιο της ηθελημένης αναπαραγωγής και συνειδητής απομίμησης καθιερωμένων και τυπικών, έχει ξεπεράσει ακόμα το στάδιο μιας απλής από συνήθεια επιβίωσης μελωδικών τρόπων και κινείται στην περιοχή μιας απ' την αρχή κι από την αίσθηση αναβίωσης του ελληνικού χώρου, του λαϊκού χαρακτήρα σε ήθος και σε ύφος,…» .


            Ο κύκλος τραγουδιών «Ρωμιοσύνη» ερμηνεύτηκε δημόσια για πρώτη φορά στις 25 Φεβρουαρίου 1966 στην αίθουσα του κέντρου «Κάστρο», από τον Γρηγόρη Μπιθικώτση και τη λαϊκή ορχήστρα του Γ.Διδίλη (με τον Κώστα Παπαδόπουλο και το Λάκη Καρνέζη στο μπουζούκι) σε διεύθυνση του Μ. Θεοδωράκη. Οι ίδιοι συμμετείχαν και στην περίφημη συναυλία στο «Κεντρικόν», μια συναυλία που σήμανε την πλήρη αποδοχή και καταξίωση του Γ. Μπιθικώτση, με τον οποίο βεβαίως ηχογραφήθηκε το έργο και κυκλοφόρησε στη δισκογραφία. Αναφέρει χαρακτηριστικά ο σπουδαίος τραγουδιστής: «… Από τα έργα του Μίκη Θεοδωράκη, εκείνο που με δυσκόλεψε πάρα πολύ και το θεωρώ από τα μεγαλύτερα είναι η Ρωμιοσύνη του Γιάννη Ρίτσου. Σ’ αυτό το έργο χάθηκα. Έκανα πρόβα δυόμισι μήνες για να μπω στο νόημα της μελωδίας και του στίχου. Τότε βρήκα τον αληθινό μου εαυτό. Ήταν αυτό που με γέμισε. Ήταν η πιο μεγάλη στιγμή της καριέρας μου και της ζωής μου»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου