Ο τρόπος που αντιμετωπίζουμε τον περίφημο αντιρατσιστικό νόμο
αποκαλύπτει τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε φαινόμενα όπως το
ρατσισμό ή την άνοδο εκείνου του κοινωνικού ρεύματος που φλερτάρει με
διαφορετικές εκδοχές του αυταρχισμού.
Όταν το πρόβλημα εντοπιζόταν κυρίως στο νεοναζιστικό κόμμα, τότε
μεγάλη μερίδα της αριστεράς και του προοδευτικού κόσμου είτε έκανε πως
δεν το έβλεπε, υποβαθμίζοντάς το συστηματικά, είτε το προσέγγιζε με
καθαρά ανθρωπιστικούς όρους. Αυτό το τελευταίο δεν είναι απαραίτητα
κακό, φτάνει να μην λείπει απ’ την οπτική και η πολιτική, οπότε
κινδυνεύεις να καταλήξεις μια χλιαρή ΜΚΟ, χωρίς όμως την παραμικρή
πραγματική δράση. Όταν το πρόβλημα εξαπλώθηκε σε μεγάλο μέρος της
κοινωνίας, τότε θυμηθήκαμε ότι υπάρχει αυτό το νεοναζιστικό κόμμα και
αρχίσαμε να ψάχνουμε τρόπους να το αποκλείσουμε απ’ την κεντρική
πολιτική σκηνή. Επειδή δεν μπορούμε πια να το απαγορέψουμε, προσπαθούμε
με σπόντες να βρούμε τον τρόπο να επιβάλλουμε τιμωρίες.
Χρειάζεται αντιρατσιστικός νόμος; Χρειάζεται μια νομική ρύθμιση η
οποία επιβάλλεται απ’ τις συνθήκες και η οποία θα υπενθυμίσει στους
πολίτες τα ανεκτά όρια μέσα στα οποία μπορούν να κινούνται; Λείπουν οι
διατάξεις που θα μας επιτρέψουν να κυνηγήσουμε τη ρατσιστική βία; Για να
ρωτήσω και ανάποδα, εφαρμόζεται ο νόμος, στις περιπτώσεις εγκλημάτων
που τελούνται με ρατσιστικό κίνητρο; Προστατεύονται τα θύματα
ρατσιστικής βίας; Ποιά είναι η στάση της πολιτείας σε θέματα όπως ο
νόμος περί ιθαγένειας ή οι διαδικασίες απονομής ασύλου;
Ξεπεράστηκαν, υποτίθεται, τα όρια την προηγούμενη εβδομάδα με τους
ναζιστικούς χαιρετισμούς στη βουλή. Ξεσπάθωσαν στην κριτική,
δημοσιογράφοι και βουλευτές των κομμάτων του «συνταγματικού τόξου».
Επανήλθε δριμύτερη αυτή η ρητορική που υποστηρίζει ότι αν δίναμε βήμα
και συνομιλούσαμε με τη Χρυσή Αυγή, τότε αυτοί θα αποκαλύπτονταν, ο λαός
(sic) θα καταλάβαινε.
Άκουσα πολλές εκπομπές στο ραδιόφωνο τις μέρες που συνέβη το γεγονός
στη βουλή. Άκουσα για ώρα, εκπομπές απ’ αυτές που βγάζουν live
τηλεφωνήματα ακροατών. Δεν μου φάνηκε ότι πρόκειται για ένα λαό που δεν
γνωρίζει. Δεν μου φάνηκε ότι πρόκειται για ανθρώπους που έπεφταν απ’ τα
σύννεφα, καθώς άκουγαν νεοναζιστικούς χαιρετισμούς ή νεανικά γραπτά που
υμνούσαν τον Χίτλερ.
Όπως, κατά τη γνώμη μου, το πρόβλημα δεν βρίσκεται στην έλλειψη
κάποιου νόμου, έτσι δεν βρίσκεται και στην ελλιπή ενημέρωση. Τουλάχιστον
στην ελλιπή ενημέρωση ως προς το ναζιστικό ή φασιστικό ιδεολογικό
υπόβαθρο ορισμένων. Ο κόσμος στην μεγάλη του πλειοψηφία γνωρίζει. Και
έτσι κι αλλιώς, είτε γνωρίζει είτε όχι τις ιδέες ενός κόμματος, σίγουρα
δεν χρειάζεται να γνωρίζει πολλά για να ενοχληθεί και να καταδικάσει το
μαχαίρωμα ενός δεκατετράχρονου. Το πρόβλημα όμως, το σοβαρό πρόβλημα,
εντοπίζεται ακριβώς εκεί. Ένα μέρος του κόσμου, όχι μόνο δεν ενοχλείται
από το μαχαίρωμα, αλλά κατά περίπτωση αδιαφορεί, δικαιολογεί, ανέχεται ή
επικροτεί.
Όπως ανέχεται ή επικροτεί μια σειρά από ενέργειες ή πρακτικές που
ταιριάζουν σε αυταρχικό καθεστώς. Γιατί, όσο κι αν φωνάζουν ή προκαλούν
οι χρυσαυγίτες, αυτοί δεν είναι παρά μόνο ένα μικρό μέρος της σημερινής
κατάστασης. Τα στρατόπεδα συγκέντρωσης μεταναστών (ή σύντομα
μικρο-οφειλετών), οι διώξεις για προσβολής του θρησκευτικού αισθήματος, η
διαπόμπευση ασθενών, ο εμφυλιοπολεμικός λόγος, ο λόγος περί
υγειονομικής βόμβας, η προληπτική επιστράτευση δεν είναι έργα της Χρυσής
Αυγής. Αυτή απλά καβαλάει ένα κύμα, το οποίο έχει δημιουργηθεί από το
συνδυασμό αντιδημοκρατικών πρακτικών, πραγματικών ζητημάτων, οικονομικής
δυσπραγίας και της αίσθησης ότι σχεδόν όλοι οι πρωταγωνιστές της
πολιτικής σκηνής είναι, λιγότερο ή περισσότερο, διεφθαρμένοι.
Το κύμα αυτό κατακλύζει πλέον την κοινωνία. Την ημέρα που κυκλοφόρησε
στα media το μαχαίρωμα του 14 αγοριού, ένας ταξιτζής είπε σε ένα
κορίτσι «είδες τί κάνουν οι πολιτικοί; Θέλουν να μας κάνουν να τους
συμπαθήσουμε». Χαρακτηριστικό δείγμα ή όχι, αποκαλύπτει, νομίζω, ότι μια
κοινωνία που βουλιάζει στο ρατσισμό δεν μπορεί να βρει λύση σε μια
διάταξη που ποινικοποιεί το ρατσιστικό λόγο.
Με άλλα λόγια, αναρωτιέμαι αν ένα οποιοδήποτε νομοσχέδιο μπορεί να
έχει αποτέλεσμα, σε ένα περιβάλλον που ο αυταρχισμός συστηματικά
προκρίνεται από πολιτικές και δημοσιογραφικές πηγές, ως η μόνη
ορθολογική υπεύθυνη επιλογή.
υγ. ποστίδιο παρασκευασμένο για τη Σαββατιάτικη Ελευθεροτυπία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου